Από νεαρός, έδειξε το ενδιαφέρον του για τον αθλητισμό,
αφού αντί να σπουδάσει Οικονομικά, όπως ήθελε
ο πατέρας του, μόλις ήρθε στην Αθήνα
για τις σπουδές του, το 1906, γράφτηκε
στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο, όπου είχε
την πρώτη του επιτυχία. Κατέκτησε την τρίτη θέση
στο μήκος άνευ φοράς στους Πανελληνίους Αγώνες
με επίδοση 2.83 μέτρα, αλλά αμέσως, μετά έρχεται
και η πρώτη του απογοήτευση, όταν
στους Μεσολυμπιακούς της Αθήνας, τον ίδιο χρόνο,
κατετάγη έκτος στο ύψος άνευ φοράς με 1.30 μέτρα,
ενώ στο μήκος άνευ φοράς αποκλείστηκε
στον Προκριματικό.
Το 1907 κατακτά τρία χρυσά μετάλλια
στους Πανιώνιους Αγώνες της Σμύρνης.
Στο άλμα εις ύψος με 1.65 μ., στο ύψος άνευ φοράς
με 1.40 μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.14 μ.
Και την επόμενη χρονιά έρχεται η μεγάλη διάκριση
στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου,
όταν κερδίζει δύο αργυρά μετάλλια: στο ύψος
άνευ φοράς με 1.55 μ. και στο μήκος
άνευ φοράς με 3.25 μ.
Ο Τσικλητήρας είχε ύψος 1.92 με θαυμάσια
αλτικότητα, που οφειλόταν στα δυνατά του πόδια
και στο εκπληκτικό «σπάσιμο» της μέσης του.
Ιδού, πως τον περιγράφει ο ανταποκριτής
της εφημερίδας «Χρόνος» στο Λονδίνο και γνωστός
λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου:
«...Είνε σώμα υψηλόν, λεπτόν, καλογραμμένον.
Εις το σχέδιον του μελαχροινού προσώπου του,
των μήλων, των ματιών, των χειλέων, του πώγωνος
νομίζεις ότι επέρασεν, ελαφρώς, ολίγον κοντύλι Γκύζη.
Από πάνω ως κάτω ο νέος αυτός
έχει ευγενεστάτην γραμμήν.
Μελαχροινός, πολύ υψηλός σχετικώς
με τη νεότητά του, πόδια μεγάλα και λαστιχένια,
ως σκύλου πόιντερ, σύμμετρον
και χαριτωμένον σύνολον. Το μόνον μειονέκτημά του
είνε ότι δεν έχει, ακόμη, την αθλητικήν ανάπτυξιν
που του χρειάζεται. Πολύ ολίγον έχει γυμνασθή
και είνε μάλλον αδύνατος. Αλλά η νίκη του
εις το αγγλικόν στάδιον του έδειξε τον δρόμον
και είνε αρκετά έξυπνος ώστε να μη τον χάση.
Από τώρα και εις το εξής πρέπει να ζη διαρκώς
μέσα εις τα γυμναστήρια».
Ο «Κωστής» επανέλαβε το κατόρθωμα του Λονδίνου
τέσσερα χρόνια αργότερα, στους Ολυμπιακούς
της Στοκχόλμης το 1912. Κέρδισε χρυσό μετάλλιο
στο μήκος άνευ φοράς με 3.37 μ.
(παγκόσμιο ρεκόρ του ιδίου με 3.47 μ. από την 1η Απριλίου)
και χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς με 1.55 μ.,
αφού χρειάστηκε να δώσει σκληρή μάχη
και στα δύο αγωνίσματα με τους αδελφούς Άνταμς
από τις ΗΠΑ. Ο Τσικλητήρας επέστρεψε τροπαιούχος
στην Αθήνα, όπου ο κόσμος τον υποδέχτηκε
αποθεωτικά, παρόλο που τα σχόλια
του Τύπου ήταν διθυραμβικά.
Δύο μήνες μετά τον θρίαμβο της Στοκχόλμης,
στις 4 Οκτωβρίου 1912, ξεσπά ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος
και ο Τσικλητήρας στρατεύεται.
Του προτείνουν να παραμείνει στο Φρουραρχείο
Αθηνών, αλλά αυτός αρνείται!
Δεν ήθελε «ευνοϊκή μεταχείριση», ήθελε κι εκείνος
να πάει στο μέτωπο όπου εκεί,
στην «Πρώτη γραμμή»,
προσβλήθηκε από μηνιγγίτιδα και άφησε
την τελευταία του πνοή στις 10 Φεβρουαρίου 1913.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου