Είναι πλέον ευρύτερα γνωστό ότι η χρήση κινητού
κατά την οδήγηση εγκυμονεί κινδύνους
πρόκλησης δυστυχήματος.
Πλέον είναι ξεκάθαρο ότι η πρώτη αιτία
δυστυχημάτων –άρα και θανατηφόρων – είναι
η απόσπαση της προσοχής του οδηγού.
Παρότι έχει θεσπιστεί σχετική νομοθεσία που απαγορεύει
τη χρήση κινητού, η εικόνα ενός οδηγού
με τη συσκευή κολλημένη στο αυτί του
είναι πολύ συχνή.
Το φαινόμενο είναι φυσικά παγκόσμιο όπως
και τα προβλήματα που δημιουργεί είναι κοινά για όλους.
Ερευνητές στην Ινδία στοχεύουν να δημιουργήσουν
τον τρόπο με τον οποίο η συνομιλία του οδηγού
στο κινητό να είναι αδύνατη για τον ίδιο, όχι όμως
και για τους άλλους επιβάτες του οχήματος.
Η ομάδα των ερευνητών από το πανεπιστήμιο
Anna University of Technology της Tamilnadu αναφέρει
ότι στο 20% των θανατηφόρων δυστυχημάτων
μεταξύ φορτηγών και άλλων
ελαφρύτερων οχημάτων – άρα λιγότερο ορατών – σε όλο
τον κόσμο, συμμετέχουν οδηγοί
που μιλούσαν στο κινητό τη στιγμή του δυστυχήματος.
Δεν είναι μόνο η ομιλία απευθείας στη συσκευή του κινητού
ή η στιγμή της επιλογής του αριθμού, αλλά και η απλή
ομιλία μέσω hands free που μπορεί να αποσπάσει
την προσοχή του οδηγού. Κάθε είδους χρήση
του κινητού αυξάνει τις πιθανότητες
δημιουργίας δυστυχήματος.
Άλλες συνέπειες της χρήσης του κινητού είναι
η καθυστέρηση των αντιδράσεων του οδηγού,
η αθέλητη αλλαγή της θέσης στο δρόμο,
η μετατόπιση από τη λωρίδα
προς τη διπλανή και η μείωση της απόστασης
από το προπορευόμενο όχημα.
Για να δώσουν ένα οριστικό τέλος σε όλες αυτές
τις προφανείς όσο και τραγικές συνέπειες της συνήθειας
του οδηγού, οι ερευνητές δημιούργησαν ένα σύστημα
που αναγνωρίζει αν ο οδηγός χρησιμοποιεί
το τηλέφωνό του ενόσω το όχημα κινείται.
Αμέσως ενεργοποιείται ένας παρεμβολέας σήματος
που μπλοκάρει το σήμα του κινητού.
Επειδή οι παρεμβολές είναι περιορισμένης εμβέλειας,
οι άλλοι επιβάτες θα έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν
να χρησιμοποιούν το κινητό τους. Η ομάδα αναφέρει
ότι σε άλλη εκδοχή της, η συσκευή θα μπορούσε
να στέλνει αναφορά στην αστυνομία για τη χρήση
τηλεφώνου από τον οδηγό, αλλά και άλλων παραβάσεων, καταγράφοντας το χρόνο και τον τόπο
που πραγματοποιήθηκαν.
Ένας συνδυασμός όλων αυτών αποτελεί η παραλλαγή
της εφαρμογής ως ένα «μαύρο κουτί» που καταγράφει
όλα όσα συμβαίνουν στο αυτοκίνητο.
Έτσι αφενός γίνονται προσβάσιμα πολύτιμα στοιχεία
σε περίπτωση δυστυχήματος για την καλύτερη
κατανόηση των συνθηκών, αλλά ταυτόχρονα
και από την αστυνομία σε ενδεχόμενο έλεγχο.
Τα συστήματα RFID όπως η εν λόγω εφαρμογή,
απαρτίζονται από δύο κύρια μέρη.
Το πρώτο είναι οι πομποδέκτες (transponders)
που συχνά αναφέρονται
και ως ετικέτες RFID (RFID tags).
Οι ετικέτες RFID είναι μικρά chips που αποτελούνται
από ένα ολοκληρωμένο κύκλωμα, το οποίο περιλαμβάνει
μνήμη ώστε να αποθηκεύει δεδομένα- πληροφορίες
και μία κεραία.
Το δεύτερο μέρος είναι οι αναγνώστες
ή αισθητήρες (readers), οι οποίοι ανακτούν
τα δεδομένα από τις ετικέτες RFID.
Οι αναγνώστες RFΙD έχουν ενσωματωμένα
μια κεραία και μια μονάδα ελέγχου.
Τα στοιχεία αυτά εφαρμόζονται στη θέση του οδηγού
από τον κατασκευαστή του αυτοκινήτου κάτι
που μπορεί να συμβεί μόνο με υποχρεωτική εγκατάσταση
μέσω σχετικής νομοθεσίας.
Κάτι ανάλογο με τις ζώνες ασφαλείας
και αργότερα με τους αερόσακους.
Η πιλοτική εφαρμογή του συστήματος θα γίνει αρχικά
σε οδηγούς φορτηγών οχημάτων, όπως αναφέρει
η International Journal of Enterprise Network,
επιστημονική εφημερίδα όπου ανακοινώθηκε
η σχετική έρευνα.
-------------------
Πηγή: techit.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου