Η Μεγάλη Ελλάδα ή Μεγάλη Ελλάς, Magna Graecia στα λατινικά, Magna Grecia
(ή, σπανιότερα, Grande Ellade) στα ιταλικά, ήταν η επικράτεια
των διαφόρων αρχαίων Ελληνικών αποικιών στην Σικελία και νότια Ιταλία.
Σύμφωνα με τον Στράβωνα που έχει γράψει την σημαντικότερη
αρχαία γεωγραφία, η Μεγάλη Ελλάδα ιδρύθηκε ήδη
από την εποχή του Τρωικού πολέμου από τους Έλληνες.
Οι Έλληνες της Κάτω Ιταλίας ή Γκρίκοι ή Γκραίκοι ή Γραικάνοι,[2]
είναι η κύρια ελληνική μειονότητα της νότιας Ιταλίας,[3][4][5] η οποία
βρίσκεται κυρίως στις περιοχές της Γκρετσία Σαλεντίνα (Απουλία)
στη χερσόνησο του Σαλέντο, και της Καλαβρίας.[6]
Θεωρούνται πως είναι οι εναπομείναντες πληθυσμοί των ελληνικών αποικιών
της αρχαιότητας, της Μεγάλης Ελλάδας (Magna Graecia),
και των κατόπιν Βυζαντινών κατοίκων της νότιας Ιταλίας.[7]
Η παρουσία ελληνικών φύλων στη νότια Ιταλία χρονολογείται
χιλιάδες χρόνια πριν, όταν και εγκαταστάθηκαν μετά από διαδοχικά κύματα
μεταναστεύσεων, ξεκινώντας από τον αρχαιοελληνικό αποικισμό
της νότιας Ιταλίας και Σικελίας τον 8ο αιώνα π.Χ.,
έως και τις Βυζαντινές μετακινήσεις προς την Ιταλία ιδιαίτερα μετά
την περίοδο των Οθωμανικών κατακτήσεων.
Κατά τον Μεσαίωνα οι τοπικές ελληνικές κοινότητες απομονώθηκαν
και διασκορπίστηκαν.
Αν και οι περισσότεροι Έλληνες της κάτω Ιταλίας έχουν πλέον
ιταλοποιηθεί πλήρως με την πάροδο των αιώνων,[8] η κοινότητα των Γκρίκο
κατόρθωσε να διατηρήσει τον χαρακτήρα της ελληνικής της ταυτότητας,
καθώς και τις παραδόσεις, γλώσσα και ξεχωριστή κουλτούρα
(15% των επωνύμων στην επαρχία της Ρέτζιο Καλάμπρια
έχουν Ελληνική προέλευση),[5][6] αν και η καθημερινή έκθεση
στα ιταλικά ΜΜΕ και ανταλλαγές με άλλα σημεία της Ιταλίας
έχουν βαθμιαία διαβρώσει την κουλτούρα και τη γλώσσα τους.[9]
Παραδοσιακά μιλούν τη γλώσσα Γκρίκα η οποία είναι μια διάλεκτος
της Ελληνικής γλώσσας.
Το όνομα Γκρίκο(ς) προέρχεται από την παραδοσιακή ονομασία
για τους Έλληνες στην Ιταλική χερσόνησο, και πιστεύεται πως έχει αποδοθεί
έτσι περιγράφοντας την αρχαία ελληνική φυλή των Γραικών, οι οποίοι
σύμφωνα με το μύθο πήραν το όνομά τους από τον Γραικό, και ήταν μια
από τα πρώτα ελληνικά φύλα που αποίκησαν την Ιταλία.
Η περιοχή, η οποία έγινα αργότερα γνωστή ως Magna Graecia
(Μάγκνα Γκραέκια, Μεγάλη Ελλάδα), πήρε την ονομασία της από αυτούς.
Οι λαοί της αρχαίας ιταλικής χερσονήσου και αργότερα και οι Ρωμαίοι,
χρησιμοποίησαν αυτόν τον όρο, για να περιγράψουν και όλους
τους υπόλοιπους Έλληνες, και οι παραλλαγές του όρου αυτού
με την πάροδο των αιώνων επικράτησαν σε όλες σχεδόν
τις ξένες γλώσσες της Δύσης ως η ονομασία των Ελλήνων.
Κωνσταντίνος Καβάφης «Ποσειδωνιάται»
Ποσειδωνιάταις τοις εν τω Τυρρηνικώ κόλπω
το μεν εξ αρχής Έλλησιν ούσιν εκβαρβαρώσθαι Τυρρηνοίς
ή Pωμαίοις γεγονόσι και τήν τε φωνήν μεταβεβληκέναι,
τά τε πολλά των επιτηδευμάτων,
άγειν δε μιάν τινα αυτούς των εορτών των Ελλήνων έτι
και νυν, εν η συνιόντες αναμιμνήσκονται
των αρχαίων ονομάτων τε και νομίμων, απολοφυράμενοι
προς αλλήλους και δακρύσαντες απέρχονται.
AΘΗΝAΙΟΣ
Την γλώσσα την ελληνική οι Ποσειδωνιάται
εξέχασαν τόσους αιώνας ανακατευμένοι
με Τυρρηνούς, και με Λατίνους, κι άλλους ξένους.
Το μόνο που τους έμενε προγονικό
ήταν μια ελληνική γιορτή, με τελετές ωραίες,
με λύρες και με αυλούς, με αγώνας και στεφάνους.
Κ’ είχαν συνήθειο προς το τέλος της γιορτής
τα παλαιά τους έθιμα να διηγούνται,
και τα ελληνικά ονόματα να ξαναλένε,
που μόλις πια τα καταλάμβαναν ολίγοι.
Και πάντα μελαγχολικά τελείων’ η γιορτή τους.
Γιατί θυμούνταν που κι αυτοί ήσαν Έλληνες —
Ιταλιώται έναν καιρό κι αυτοί·
και τώρα πώς εξέπεσαν, πώς έγιναν,
να ζουν και να ομιλούν βαρβαρικά
βγαλμένοι — ω συμφορά! — απ’ τον Ελληνισμό.