Μια και ο Δύτης με… μαρτύρησε, δημοσιεύω εδώ
(αν και κατακαλόκαιρο) ένα σημείωμα που ετοίμαζα,
που ανήκει σε ένα ευρύτερο άρθρο
για την ιστορία της λέξης ‘βάρβαρος’.
Ξέρουμε βέβαια ότι «πας μη Έλλην βάρβαρος».
Το μάθαμε στο σχολείο.
Ανάλογα με τις εποχές, άλλοι δάσκαλοι έσπευδαν να διευκρινίσουν ότι
η λέξη ‘βάρβαρος’ δεν έχει μειωτική χροιά αλλά απλώς περιγράφει τον αλλόγλωσσο
ή τον αλλοδαπό, ενώ άλλοι δεν θεωρούσαν αναγκαία καμιά διευκρίνιση.
Ποιος πρωτοείπε όμως το ρητό αυτό;
Δεν ξέρουμε. Ξέρουμε ποιος δεν το είπε. Τι εννοώ;
Απλούστατα, σε όλη την αρχαία ελληνική γραμματεία, μαζί και τη βυζαντινή,
όπως διασώζεται στο Thesaurus Linguae Graecae, το περίφημο TLG,
δεν υπάρχει πουθενά τέτοιο ρητό.
Ούτε αυτούσιο, ούτε παρόμοιο, ούτε περίπου.
Προκαλεί εντύπωση, αλλά είναι απολύτως βεβαιωμένο –τέτοιο αρχαίο ρητό δεν υπάρχει.
Δεν αποκλείεται να είναι πολύ μεταγενέστερη κατασκευή, ίσως και του 19ου αιώνα.
Το ρητό το χρησιμοποιούν και σήμερα πολλοί,
κανείς όμως δεν έχει παραθέσει την πηγή του.
Ο γνωστός Κ. Πλεύρης μάλιστα έχει γράψει και βιβλίο με τον τίτλο αυτόν
(Πας μη Έλλην βάρβαρος), στο οποίο περήφανα παραθέτει τις αποκρουστικές
απόψεις του, αλλά δεν κάνει τον κόπο να αναφέρει την πηγή του ρητού!
Όμως και πηγές απείρως σοβαρότερες από τον Πλεύρη θεωρούν δεδομένο ότι
πρόκειται για «αρχαίο λόγιο» και «παροιμιώδες»
(π.χ. η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια) χωρίς καμιάν άλλη τεκμηρίωση.
Και όχι μόνο ελληνικά συγγράμματα:
στο A Dictionary of the Bible του Sir William Smith (1863) και στο λήμμα Barbarian
(ευχαριστώ τον Νίκο Λίγγρη της Λεξιλογίας που το επισήμανε) διαβάζουμε ότι
αυτός ήταν ο κοινός ορισμός των Ελλήνων για τους βαρβάρους
(“Every one not a Greek is a barbarian” στα αγγλικά) –και πάλι όμως χωρίς τεκμηρίωση.
Μ’ αυτό δεν λέω ότι το ρητό δεν απηχεί μια πραγματικότητα.
Η διχοτομία Ελλήνων-βαρβάρων υπήρχε στην κλασική αρχαιότητα, όπως
αποτυπώνεται καθαρά σε ένα ρητό που ο Διογένης Λαέρτιος (1.34) αποδίδει στον Θαλή,
ενώ άλλοι το απέδιδαν στον Σωκράτη:
«Χρωστάω χάρη στην Τύχη για τρία πράγματα:
που γεννήθηκα άνθρωπος και όχι ζώο, άνδρας
και όχι γυναίκα, Έλληνας και όχι βάρβαρος».
(τριῶν τούτων ἕνεκα χάριν ἔχειν τῇ Τύχῃ· πρῶτον μὲν
ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα ὅτι ἀνὴρ
καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος).
Οι Έλληνες, ειδικά μετά τους περσικούς πολέμους,
πίστευαν ότι, ελεύθεροι πολίτες καθώς ήταν,
ήταν ανώτεροι από τους «βαρβάρους» που υπάκουαν
δουλικά σε έναν βασιλιά.
Όπως λέει ο Ευριπίδης στην Ιφιγένεια εν Αυλίδι,
είναι λογικό οι Έλληνες να εξουσιάζουν τους βαρβάρους,
αλλά όχι το αντίστροφο:
βαρβάρων δ’ Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός, ἀλλ’ οὐ βαρβάρους … Ἑλλήνων· τὸ μὲν γὰρ δοῦλον, οἱ δ’ ἐλεύθεροι.
Αυτό όμως δεν εμπόδισε πολλούς Έλληνες συγγραφείς να αναφερθούν με σεβασμό
στα επιτεύγματα των βαρβάρων, όπως ο Ξενοφώντας για τους Πέρσες ή ο Ηρόδοτος.
Άλλωστε, η διχοτομία του «εμείς»
και «οι άλλοι» δεν είναι αποκλειστικότητα των Ελλήνων.
Οι Εβραίοι αποκαλούσαν εθνικούς (γκογίμ) τους μη Εβραίους, ονομασία
που κατά καιρούς πήρε μειωτικές σημασίες· οι Άραβες αποκάλεσαν
ατζέμ τους Πέρσες, λέξη που με τον καιρό έγινε επίσης μειωτική
(από εκεί και ο δικός μας ατζαμής), ενώ στις περισσότερες σλάβικες γλώσσες
οι Γερμανοί λέγονται νέμετς (ή κάτι συναφές) που αρχικά σήμαινε «άλαλος».
(Και θα μπορούσα να παραθέσω κι άλλα πολλά παραδείγματα τέτοιων διακρίσεων).
Το μυστήριο της κατασκευής του ρητού, πάντως, παραμένει.
Αρχικά σκεφτόμουν ότι είναι νεοελληνική κατασκευή, όπως συμβαίνει
και με άλλα αρχαιοφανή ρητά
(πιο γνωστό το «ουκ εν τω πολλώ το ευ», το οποίο επίσης δεν υπάρχει
στην αρχαία γραμματεία, αν και υπάρχει και αποδίδεται στον Ζήνωνα
το παρεμφερές ουκ εν τω μεγάλω το ευ κείμενον είη, αλλ’ εν τω ευ το μέγα).
Ωστόσο, αφού μνημονεύεται σε αγγλικό βιβλίο του 1863,
το «πας μη Έλλην βάρβαρος» είναι μάλλον απίθανο να έχει κατασκευαστεί εγχώρια.
Αντί δικό μας σχόλιο:
Αλλά μπορεί και να το έγραψαν έτσι και Ρωμαίοι,
μάλλον μεταφέροντας ελληνική πηγή χαμένη.
Ίσως όμως και όχι.