Εξήντα χρόνια, από την αποκρυπτογράφηση
της Γραμμικής Β.
Ομιλίες και αφιέρωμα στον Μάικλ Βέντρις
από Archaeology newsroom - Πέμπτη, 31 Μαΐου 2012.
Ομιλίες για τα 60 χρόνια από την αποκρυπτογράφηση
της Γραμμικής Β’ πραγματοποιούνται στην Αγγλία
την 1η και 2η Ιουνίου. Οι ομιλίες πρόκειται
να γίνουν στην Οξφόρδη, στο Μουσείο Ασμόλιαν,
ενώ θα είναι επικεντρωμένες
τόσο στην αποκρυπτογράφηση,
όσο και στον άνθρωπο που κατόρθωσε να λύσει
το μυστήριό της, τον Μάικλ Βέντρις.
Εισηγητής των ομιλιών, θα είναι ο καθηγητής
του Τ.Ε.Ι. Κρήτης δρ Γκάρεθ Όουενς.
Ο Άγγλος αρχιτέκτονας Μάικλ Βέντρις
αποκρυπτογραφεί τη Γραμμική Β ως γραφή
που καταγράφει την ελληνική γλώσσα
της μυκηναϊκής περιόδου.
Γιος ενός συνταγματάρχη του βρετανικού στρατού
γεννήθηκε στην Αγγλία και πέρασε
τα παιδικά του χρόνια σε οικοτροφεία της Ελβετίας,
όπου φάνηκε η κλίση του στην εκμάθηση γλωσσών.
Το 1936, σε ηλικία δεκατεσσάρων χρονών,
έτυχε να ξεναγηθεί από τον Άρθουρ Έβανς
σε μια έκθεση κλασικής ελληνικής και μινωικής τέχνης.
Εκεί κεντρίστηκε το ενδιαφέρον του από το γεγονός
ότι η Γραμμική Β γραφή δεν είχε αποκρυπτογραφηθεί.
Έτσι ξεκίνησε να διαβάζει γι’ αυτή.
Από τον Ιανουάριο του 1940 ξεκίνησε σπουδές
στην Σχολή της Ένωσης Αρχιτεκτόνων.
Όλο αυτόν τον καιρό ασχολούνταν στον ελεύθερο
χρόνο του με προσπάθειες για την κατανόηση
της Γραμμικής Β, έχοντας την πίστη ότι επρόκειτο
για μια γλώσσα συγγενή της ετρουσκικής.
Τον Αύγουστο του 1942
κατατάχτηκε στη RAF όπου ασχολήθηκε
με την αποκρυπτογράφηση
κωδικοποιημένων μηνυμάτων.
Το 1946 απολύθηκε και επέστρεψε στο σπίτι του
στο Χαϊπόιντ, όπου έμεναν η γυναίκα
και τα δύο παιδιά του, και στις σπουδές του
στην αρχιτεκτονική.
Παράλληλα ο Βέντρις δεν σταμάτησε ποτέ
να ασχολείται με την αποκρυπτογράφηση
της Γραμμικής Β, έχοντας μάλιστα τακτική
αλληλογραφία με άλλους ερευνητές και επαφή
με καταξιωμένους επιστήμονες,
όπως ο σερ Τζων Μάιρς, εντεταλμένος του Έβανς
να δημοσιεύσει τις πινακίδες Γραμμικής Β της Κνωσού
(υπό τον τίτλο Scripta Minoa II) .
Λόγω της πλάνης στην οποία είχε πέσει χάρη
στις εσφαλμένες θεωρίες του Άρθουρ Έβανς,
και παρά τις συνεχείς έρευνες που έκαναν ο Μάιρς
και οι Αμερικανοί Έμμετ Μπένετ και Άλις Κόμπερ,
δεν σημειώθηκε σημαντική πρόοδος,
ώσπου η Κόμπερ παρατήρησε ότι ομάδες
συμβόλων – που ονομάστηκαν
τα τρίδυμα της Κόμπερ -φανέρωναν κλίση λέξεων.
Η κλίση οδήγησε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο
για γλώσσα με γραμματικούς κανόνες
όπως της ελληνικής και της λατινικής,
όχι της ετρουσκικής.
Μετά από ένα μικρό διάλειμμα από την ενασχόληση
με την Γραμμική Β, το 1950 έκανε προσπάθεια
να οργανώσει την ανταλλαγή πληροφοριών
μεταξύ των ερευνητών. Όμως κανένας ερευνητής (συμπεριλαμβανομένου και του ίδιου)
δεν τόλμησε να προτείνει ότι η γλώσσα
της Γραμμικής Β είναι ελληνική.
Το 1951 άρχισε να διανέμει
τις Σημειώσεις Εργασίας του σε άλλους ερευνητές
και να σχηματίζει κανάβους,
όπου καταχώριζε τα σύμβολα
ανάλογα με την πιθανή σημασία τους.
Παραιτήθηκε μάλιστα από την αρχιτεκτονική
εργασία του για να ασχοληθεί
με την αποκρυπτογράφηση.
Τελικά το 1952 αποτόλμησε να εγκαταλείψει
την υπόθεση της ετρουσκικής γλώσσας
και να δοκιμάσει την πιθανότητα της ελληνικής.
Ήδη είχαν ανακαλυφθεί και δημοσιευτεί
οι πινακίδες Γραμμικής Β που βρέθηκαν
στο ανάκτορο της Πύλου. Ο νέος πλούτος στοιχείων
τον βοήθησε να παρατηρήσει ορισμένες ομάδες
συμβόλων, για τις οποίες είχε σημαντικούς λόγους
να πιστεύει ότι ήταν ονόματα πόλεων.
Καθώς ορισμένες από αυτές τις ομάδες εμφανίζονταν
μόνο σε πινακίδες από την Κρήτη, έκανε την υπόθεση
ότι ήταν ονόματα πόλεων του νησιού.
Κάνοντας αντιστοιχίσεις κατάφερε να αποσαφηνίσει
την έννοια και άλλων συμβόλων και να διαπιστώσει
ότι η Γραμμική Β ήταν ελληνική γραφή.
Αυτό κατέρριψε επίσης ορισμένες θεωρίες
του Έβανς για το Μινωικό Πολιτισμό,
δείχνοντας ότι τουλάχιστον την εποχή
των πινακίδων η Κρήτη ήταν μέρος
του μυκηναϊκού κόσμου.
Σε συνεργασία με τον Τζων Τσάντγουικ προχώρησε
την έρευνά του και δημοσίευσε στοιχεία
που αποδείκνυαν την ορθότητα
της αποκρυπτογράφησης.
Σύντομα έγινε γνωστός, και ένα νέο ρεύμα
ενδιαφέροντος για την μυκηναϊκή Ελλάδα
και τον κρητικό πολιτισμό αναπτύχθηκε
σε όλο τον κόσμο. Μαζί με τον Τσάντγουικ έγραψε
το βιβλίο “Documents in Mycenaean Greek”,
ενώ το 1954 εργάστηκε ως σχεδιαστής σε ανασκαφές
στο Εμποριό της Χίου, όπου αναφέρεται
ότι μετέφραζε πινακίδες αμέσως μετά
από την ανασκαφή τους.
Ενώ πλέον το μεγαλύτερο μέρος
του επιστημονικού κόσμου είχε δεχτεί
την ανακάλυψή του και ο ίδιος δεχόταν μεγάλες
διακρίσεις και προτάσεις για την είσοδό του
στον ακαδημαϊκό χώρο,
σκοτώθηκε σε τροχαίο το 1956.