Πριν από λίγες μέρες συμπληρώθηκαν τέσσερα χρόνια
από το θάνατο του Λίβυου ηγέτη, Μουαμάρ Αλ Καντάφι.
Οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί το 2011 είχαν ως αποτέλεσμα
την κατάλυση του καθεστώτος
που χρονολογούνταν από το 1967.
Έτσι, γράφτηκε η τελευταία σελίδα μιας αρκετά αμφιλεγόμενης διακυβέρνησης.
Οι περισσότεροι σήμερα, θεωρούν τον Καντάφι τύραννο και δικτάτορα.
Τα πράγματα όμως δεν είναι ακριβώς έτσι.
Οι περισσότεροι σήμερα, θεωρούν τον Καντάφι ένα τύραννο, δικτάτορα
της Λιβύης που βασάνιζε, εκτελούσε, δολοφονούσε με αυταρχικότητα
και δικαίως τιμωρήθηκε από τη διεθνή κοινότητα.
Τα πράγματα όμως, δεν είναι ακριβώς έτσι.
Ο Καντάφι ήταν ένα δυνατός ρήτορας, αρκετά μορφωμένος, ο οποίος κατείχε
ιδεολογικό προσανατολισμό και ταυτότητα.
Η αποδοχή του απο το λαό άγγιζε σταλινικά ποσοστά
έως και το τέλος της ζωής του και ήταν ένας απο τους μεγαλύτερους
παραγωγούς δημοκρατίας παγκοσμίως.
Μπορεί να ακούγεται φαιδρό ή ειρωνικό να συσχετίζουμε το όνομα του Καντάφι
με τη δημοκρατία και την άμεση διακυβέρνηση αλλά έτσι φαίνεται
πως ήταν η πραγματικότητα.
Μπορεί οι περισσότερες χώρες της Αφρικής να διέπονται απο ένα καθεστώς
αγοραίας μοναρχίας, η Λιβύη ωστόσο δεν διέθετε μόνο αυτό.
Σίγουρα η εξουσία εκπορευόταν απο τον Καντάφι αλλά οι δομές
και ο τρόπος λειτουργίας του πολιτεύματος ήταν κάτι παραπάνω απο ζηλευτός
ακόμη και απο τις “καλύτερες δημοκρατίες” του κόσμου.
“Μα ο Καντάφι δεν ήταν δικτάτορας
που ανέβηκε στην εξουσία με πραξικόπημα
και κατέστειλε κάθε απόπειρα εναντίωσης
στις βουλές του”;
Σε δύο μόλις στάδια μπορούμε να πούμε
πως ο Καντάφι “έχασε την μπάλα”.
Στο πρώτο, όπου προσπαθούσε να αποδείξει στο λαό,
άρτι αφειχθής πως θα άλλαζε τη Λιβύη
προς το καλύτερο και στο τελευταίο όπου η εξουσία
τον είχε καταστήσει αρκετά αλαζόνα, υπερφίαλο
και αυταρχικό.
Σε καμία όπως περίπτωση αυτά τα δύο στάδια
δεν μπορούν να επισκιάσουν το συνολικό του έργο
στη Λιβύη αλλά ούτε και να τον χαρακτηρίσουν συνολικά.
Η υπονόμευση του καθεστώτος Καντάφι
απο το Δυτικό Κόσμο.
Όπως ο Σαντάμ Χουσεΐν διατεινόταν πως θα εξάγει πετρέλαιο, διενεργώντας
κάθε δοσοληψία σε ευρώ και όχι σε δολάρια, έτσι και ο Καντάφι
είχε ένα δικό του όραμα/σχέδιο για την οικονομική πολιτική που θα ακολουθούσε.
Αμφότεροι δεν πρόλαβαν να εφαρμόσουν τα προγράμματα τους
διότι δεν τους εδόθη η ευκαιρία.
Στην περίπτωση του Καντάφι, ο Λίβυος ηγέτης σκεφτόταν τη δημιουργία
του Χρυσού Αφρικάνικου Δινάριου, το οποίο θα αντιστοιχούσε σε χρυσό
ταράζοντας έτσι τις παγκόσμιες οικονομικές ισορροπίες, δεδομένων
των αποθεμάτων πετρελαίου που διέθετε η Λιβύη.
Φυσικά το εγχείρημα δεν προχώρησε καθώς απο εκείνη τη στιγμή οι ΗΠΑ
αλλά και η Ευρώπη, στοχοποιώντας τον ξεκίνησαν να βάλλουν εναντίον του.
Οι κατασκευασμένες δίκες εναντίον Λίβυων πολιτών, οι κυρώσεις της Ε.Ε,
ούσα ο κύριος λήπτης ενέργειας (85%) απο τη Λιβύη, η στήριξη
των Αμερικάνων στην Αλ Κάιντα, η επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων
και η συνεχής διάδοση ψευδών δημοσιευμάτων περί βομβαρδισμών,
έπειτα απο διαταγές του Καντάφι
ήταν ένα ακόμη τρόπος υπονόμευσης του καθεστώτος.
Όταν είχε μόλις ξεσπάσει η κρίση ο Καντάφι δέχτηκε να δώσει συνέντευξη
στο BBC, το ABC News και τους Sunday Times.
Εκεί εξήγησε πως οι προσπάθειες του είχαν να κάνουν με την αποφυγή
ενδυνάμωσης της Αλ Κάιντα στην περιοχή.
Το γεγονός στήριξης των ΗΠΑ στην τελευταία είναι πασιφανές αν εξετάσει
κανείς ενδελεχώς ορισμένα στοιχεία, όπως για παράδειγμα το γεγονός
πως ο στρατός του Καντάφι, ο οποίος είχε τον αποκλειστικό έλεγχο
των στρατιωτικών αποθηκών, διέθετε παλιά Kalasnikoff.
Ο τρόπος με τον οποίο κατάφεραν οι «αντάρτες»
να είναι εξοπλισμένοι με FN-FL τυφέκια και τεράστια ποσότητα πυρομαχικών
χωρίς να έχουν τον έλεγχο παραμένει μέχρι σήμερα άλυτο μυστήριο.
Επίσης, ο εξοπλισμός των ανταρτών, οι οποίο διέθεταν
αμερικανικά πολυβόλα του ΝΑΤΟ αλλά και ΜPADS δηλαδή ανθρώπινο
φορητό σύστημα αεράμυνας, το οποίο μπορείς να χειριστείς μόνο
αν είσαι εξοικειωμένος επαγγελματίας.
Πολύ σημαντικό επίσης στοιχείο είναι πως, τα κέβλαρ που χρησιμοποιούσαν
σε συνδυασμό με τα παραπάνω όπλα στοιχίζουν αρκετά για να τα έχει
στη διάθεση του «απλός», «καθημερινός», εξαγριωμένος κόσμος
και όχι παραστρατιωτική ομάδα.
Ο πρώην Αναλυτής της CIA Μichael Scheuer ανέφερε πως αν ο Καντάφι
εκδιωχθεί απο την εξουσία η κατάσταση δεν είναι σίγουρο πως θα είναι καλύτερη
και τονίζει πως η Αμερική δεν έπρεπε να είχε εμπλακεί στη Λιβύη.
Η «προ» και η «μετά» Καντάφι εποχή
Το 1951 η Λιβύη ήταν η πιο φτωχή χώρα του κόσμου.
Πενήντα περίπου χρόνια μετά, το 2005 ήταν η πιο πλούσια στην Αφρική
ξεπερνώντας σε ορισμένους δείκτες ακόμη και τη Ρωσία ή τη Σαουδική Αραβία.
Κάθε ζευγάρι νεόνυμφων έπαιρνε επιχορήγηση από το κράτος για την αγορά στέγης
και το ηλεκτρικό ρεύμα ήταν δωρεάν.
Η υγεία και η παιδεία ήταν δωρεάν επίσης, με τη Λιβυκή κυβέρνηση
να πληρώνει τα έξοδα των πολιτών της που ήθελαν να σπουδάσουν
ή να νοσηλευτούν εκτός Λιβύης.
Το ποσοστό μόρφωσης άγγιξε το 83% στα χρόνια του Καντάφι όταν την εποχή
πριν απο αυτόν οι γραμματιζούμενοι ήταν το 1/5 του πληθυσμού.
Όλα τα δάνεια του κράτους προς τους πολίτες ήταν άτοκα, η βενζίνη
στοίχιζε 0,14 το λίτρο και η κυβέρνηση πλήρωνε το 50% του ποσού αγοράς
αυτοκινήτου για κάθε πολίτη ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης.
Στον αγροτικό τομέα, όποιος αποφάσιζε να ασχοληθεί με την κτηνοτροφία
ή την γεωργία, χορηγούταν απο το κράτος δωρεάν σπίτι, ζωντανά,
εξοπλισμό και γαίες.
Η Κεντρική Τράπεζα της Λιβύης ήταν κρατική και το χρέος κινούταν
σε πολύ χαμηλά έως μηδενικά επίπεδα.
Στο σύστημα Καντάφι δεν υπήρχαν παραδοσιακοί θεσμοί που να επιτάσσουν
απόψεις και ιδέες.
Η δύναμη ανήκε στο λαό, ο οποίος μέσω επιτροπών και συνεδρίων έπαιρνε
τις αποφάσεις του.
Η Λιβύη ήταν χωρισμένη σε μικρές αυτόνομες κοινότητες, οι οποίες έπαιρναν
αποφάσεις για τον τρόπο κατανομής των πετρελαϊκών εσόδων και τον τρόπο
με τον οποίο επιθυμούσαν να διαβιώνουν.
Επιπρόσθετα, πλην των τριών οργάνων που υφίσταντο για τη διατήρηση
της δημοκρατίας, οι πολίτες μπορούσαν να συμμετάσχουν άμεσα
στην παραγωγή νόμων, τον προυπολογισμό, για την εκπαίδευση,
τη βιομηχανία και την οικονομία.
Δεν ήταν σπάνιο φαινόμενο η απόρριψη προτάσεων του Καντάφι
απο τη λαϊκή ψήφο και η νομοπαρασκευή αντίθετων μέτρων απο αυτά
που ο Καντάφι θα επιθυμούσε.
Για παράδειγμα, ο Λίβυος ηγέτης είχε προτείνει την κατάργηση της θανατικής
ποινής, με το λαό να απορρίπτει την πρόταση και αυτή να μένει ως έχει.
Την 1η Ιουλίου 2011, 1.7 εκατομμύρια άνθρωποι
δηλαδή το 95% του πληθυσμού της Τρίπολης και το 1/3 του πληθυσμού
της Λιβύης μαζεύονται στην Πράσινη Πλατεία της Τρίπολης
για να υπερασπιστούν τον ηγέτη τους.
Η εξέλιξη των πραγμάτων ωστόσο, ήταν προδιαγεγραμένη.
Οι βομβαρδισμοί του ΝΑΤΟ άφησαν περισσότερους απο 30.000 νεκρούς
και σήμερα, η Λιβύη είναι ένα παντελώς αποτυχημένο κράτος.
Στο Βορρά λαμβάνει χώρα
δίκτυο διακίνησης μεταναστών
ενώ ο Νότος αποτελεί
καταφύγιο για το Iσλαμικό Κράτος.
Τα σύνορα των άλλων χωρών είναι κλειστά, με την Τρίπολη να τελεί
υπο το καθεστώς της απομόνωσης.
Η ύπαρξη δύο κυβερνήσεων, ανταγωνιστικών μεταξύ τους έχει εξαλείψει
κάθε προσπάθεια για να γίνει η Λιβύη αυτό που ήταν στο παρελθόν.
Ένα κράτος στιβαρό,με άποψη και θέση στον παγκόσμιο χάρτη.
Κλείνοντας, σημασία έχει να εξετάσουμε ένα πραγματικό περιστατικό
που συνέβη το 2009.
Ο Μουαμάρ Καντάφι κάλεσε την εφημερίδα “New York Times”
να κάνει ρεπορτάζ για την «άμεση δημοκρατία της Λιβύης».
Η εφημερίδα ήταν παραδοσιακά επικριτική απέναντι στον Λίβυο ηγέτη.
Οι δημοσιογράφοι ωστόσο, οι οποίοι διέμειναν δύο εβδομάδες στη Λιβύη
έκαναν λόγο για συμμετοχή όλων στην διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Όλοι συζητούσαν και έθεταν την άποψη τους προς διαβούλευση.
Δεκάδες χιλιάδες ψήφιζαν και συμμετείχαν.
Όλοι είχαν την ελευθερία να εκφράσουν την άποψη τους και να εκπροσωπούν
τους εαυτούς τους.
Η άμεση δημοκρατία της Λιβύης είναι ζηλευτή από κάθε δυτικό κράτος.