Δευτέρα 1 Ιουλίου 2019

Μέγας Αλέξανδρος: Οι κατακτήσεις που δεν έγιναν πότε για έναν πλανήτη γεμάτο Ελλάδα!

Ο Μέγας Αλέξανδρος γεννήθηκε στην Πέλλα της Μακεδονίας
 τον Ιούλιο του έτους 356 π.Χ.. Γονείς του ήταν ο βασιλιάς
 Φίλιππος Β' της Μακεδονίας και η πριγκίπισσα Ολυμπιάδα της Ηπείρου. 
Ως βασιλιάς της Μακεδονίας, συνέχισε το έργο του πατέρα του, Φιλίππου Β', 
και του παππού του, Αμύντα Γ', ικανών στρατηγών, πολιτικών και διπλωματών,
 οι οποίοι διαδοχικά αναμόρφωσαν το μακεδονικό βασίλειο και το εξέλιξαν
σε σημαντική δύναμη του ελληνικού κόσμου, και με τη σειρά του ο Αλέξανδρος 
το διαμόρφωσε σε παγκόσμια υπερδύναμη.
 Ως Μακεδόνας είχε συνείδηση της ελληνικής του καταγωγής. 
Υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους στρατηγούς στην ιστορία, 
και κατά την περίοδο των 13 ετών της βασιλείας του (336 - 323 π.Χ.)
 κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος του τότε γνωστού κόσμου 
προς την ανατολή (Μικρά Ασία, Περσία, Αίγυπτο κλπ), φτάνοντας 
στις παρυφές της Ινδίας, και χωρίς να έχει ηττηθεί 
σε μάχη που ο ίδιος συμμετείχε. 
Οι Αλεξανδρινοί χρόνοιαποτελούν το τέλος της κλασικής αρχαιότητας
 και την απαρχή της περιόδου της παγκόσμιας ιστορίας γνωστής ως Ελληνιστικής.
 Πέθανε στη Βαβυλώνα, στο παλάτι του Ναβουχοδονόσορα Β'
 στις 10 Ιουνίου του 323 π.Χ., σε ηλικία 32 ετών και 11 μηνών. 
Το σύνολο της επιρροής του, συχνά τον κατατάσσει μεταξύ των κορυφαίων 
παγκοσμίων προσωπικοτήτων όλων των εποχών με τη μεγαλύτερη επιρροή,
 μαζί με τον δάσκαλο του Αριστοτέλη.
Ο Αλέξανδρος θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους στρατηγούς 
όλων των εποχών, και αποτέλεσε στρατιωτικό πρότυπο για όλους
 τους μετέπειτα μεγάλους στρατηγούς της ιστορίας. 
Αυτό οφείλεται στο ότι ποτέ δεν έχασε μια μάχη, έναν ανταρτοπόλεμο 
ή μια πολιορκία στα 12 χρόνια της βασιλείας του. 
β Επίσης, με την ίδρυση πόλεων και βιβλιοθηκών, και τη συμμετοχή 
επιστημόνων και γεωγράφων στις εκστρατείες του, άλλαξε την ιστορία
 του κόσμου με την διάδοση του ελληνικού πολιτισμού στην Ευρασία 
και τη μίξη του με τις τοπικές παραδόσεις και έθιμα των άλλων πολιτισμών.
 Κατά τη διάρκεια των αιώνων, υπήρξαν πολλοί προσκυνητές της σορού του 
στην Αλεξάνδρεια, όπως ο Ιούλιος Καίσαρας, ο Οκταβιανός, και άλλοι.
 Η επίδραση των εκστρατειών του παρέμεινε μέσω των διαδόχων 
και επιγόνων του στις διάφορες περιοχές που είχε κατακτήσει μακριά 
από την Ελλάδα, όπως την Αίγυπτο της δυναστείας των Πτολεμαίων, 
Μέση Ανατολή της δυναστείας των Σελευκιδών, καθώς και το μετέπειτα
 Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής και το Ινδοελληνικό βασίλειο 
στην Κεντρική Ασία και Ινδία. 
Ο Αλέξανδρος αποτέλεσε πρότυπο για πολλούς μεταγενέστερους στρατηγούς
 και ηγεμόνες ιδίως στον τομέα της ψυχολογικής στρατηγικής. 
Προσωπικότητες όπως ο Αννίβας και ο Ναπολέων τον θεωρούσαν 
το μεγαλύτερο στρατηγικό εγκέφαλο στην ιστορία. 
Ο Σάχης Αλαντίν Μουχάμαντ Β', ιδρυτής της μεγάλης περσικής Αυτοκρατορίας
 των Χωρεσμίων (13ος αιώνας), που επί εποχής του κάλυπτε έκταση 
από την Κασπία Θάλασσα και το Καζακστάν ως τον Ινδικό Ωκεανό, 
είχε κόψει νομίσματα με τη μορφή του ως νέου Αλεξάνδρου 
και την επιγραφή Iskandar i Thani (Δεύτερος Αλέξανδρος).
 Η συνολική επιρροή του, συχνά τον φέρνει μεταξύ των προσωπικοτήτων
 με τη μεγαλύτερη επιρροή διεθνώς.

Ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε αναμφισβήτητα ένας πάρα πολύ φιλόδοξος ηγέτης. 
Το μυαλό του δεν έπαψε ποτέ να επεξεργάζεται σχέδια για εξερευνήσεις
 και κατακτήσεις νέων εδαφών. 
Όταν το 323 π.Χ πέθανε σε ηλικία 33 ετών, βρισκόταν στην Βαβυλώνα, 
όπου αναπαυόταν μετά την επιστροφή του από την εκστρατεία στην Ινδία. 
Αυτή η περίοδος ανάπαυλας όμως ήταν εντελώς προσωρινή.
 Ο Μακεδόνας βασιλιάς δεν σκόπευε σε καμία περίπτωση να αποσυρθεί 
από τις μάχες και να κυβερνήσει την αυτοκρατορία του ειρηνικά. 
Ποιες καινούργιες πολεμικές επιχειρήσεις είχε άραγε στο νου του λίγο πριν πεθάνει;
Σχεδόν όλες οι αρχαίες πηγές συμφωνούν πως, μέχρι την τελευταία στιγμή 
της ζωής του, ο Μέγας Αλέξανδρος οργάνωνε πυρετωδώς μια μεγάλη
 εκστρατεία στην Αραβία. 
Ο απόπλους του στόλου μάλιστα αναβαλλόταν συνεχώς, εξαιτίας της σταθερής 
επιδείνωσης που παρουσίαζε η υγεία του Μακεδόνα βασιλιά. 
Στην εκστρατεία θα συμμετείχαν βέβαια και χερσαίες δυνάμεις. 
Ως αφορμή για την εισβολή θα χρησίμευε το γεγονός ότι τα αραβικά έθνη 
δεν είχαν στείλει ποτέ πρεσβευτές στον Αλέξανδρο ούτε είχαν επιδιώξει 
με κάποιον επίσημο τρόπο την φιλία του. 
Παρόλα αυτά, οι Μακεδόνες διοικητές γνώριζαν ελάχιστα πράγματα 
για την χώρα στην οποία σκόπευαν να εκστρατεύσουν. 
Ο Αλέξανδρος είχε στείλει τρεις ναυτικές αποστολές, με εντολές
 να περιπλεύσουν την Αραβική Χερσόνησο μέχρι την Αίγυπτο, αλλά όλες 
απέτυχαν να πραγματοποιήσουν τον σκοπό τους. 
Εντούτοις κατάφεραν να συλλέξουν αρκετές πολύτιμες πληροφορίες 
για τις δυνατότητες των περιοχών που εξερεύνησαν. 
Οι αναφορές των τριών αποστολών μιλούσαν για μια τεράστια χώρα, 
με ακτογραμμή όχι πολύ μικρότερη από εκείνη της Ινδίας. 
Ο Αλέξανδρος μάθαινε ενθουσιασμένος ότι στα παράλια των περιοχών 
που εξερευνήθηκαν υπήρχαν δεκάδες φυσικά λιμάνια, κατάλληλα 
για την ίδρυση πόλεων και εμπορικών ναύσταθμων.
 Ένα επιπλέον κίνητρο για τις μελλοντικές επιχειρήσεις στην Αραβία
 ήταν φυσικά και ο πλούτος της χώρας, η οποία φημιζόταν για την σμύρνα,
 το λιβάνι, την κανέλα και τα διάφορα αιθέρια έλαιά της.
Εκτός από την συλλογή γεωγραφικών πληροφοριών, οι προετοιμασίες
 της σχεδιαζόμενης εκστρατείας περιλάμβαναν συγκέντρωση στρατευμάτων
 από διάφορα σημεία της αυτοκρατορίας, ναυπήγηση νέων πλοίων
 και στρατολόγηση επιπλέον πληρωμάτων. 
Παράλληλα είχαν ξεκινήσει εργασίες επέκτασης του λιμανιού της Βαβυλώνας. 
Ο Αλέξανδρος ήθελε να αυξήσει την χωρητικότητα του ώστε να μπορεί 
να φιλοξενήσει 1000 πολεμικά πλοία, 
διαθέτοντας ταυτόχρονα ισάριθμους νεώσοικους. 
Η Βαβυλώνα θα χρησίμευε ως βάση για τις επιχειρήσεις στην Αραβία.
 Από εκεί θα ξεκινούσε ο στόλος, ο οποίος θα διέσχιζε τον ποταμό Ευφράτη
 και θα εξερχόταν στον Περσικό Κόλπο. 
Μέσω της ίδιας διαδρομής θα γινόταν και ο ανεφοδιασμός των ελληνικών 
στρατευμάτων που θα βρίσκονταν στην Αραβική Χερσόνησο, καθώς
 και η αποστολή των απαιτούμενων εφεδρειών. 
Όλα αυτά όμως ματαιώθηκαν με τον πρόωρο και ξαφνικό θάνατο
 του Αλεξάνδρου, οι διάδοχοι του οποίου δεν είχαν το ίδιο ενδιαφέρον 
για νέες εξερευνήσεις και κατακτήσεις.
Σύμφωνα με τον αρχαίο Έλληνα ιστορικό Διόδωρο τον Σικελιώτη, 
μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου βρέθηκαν κάποιες 
προσωπικές του σημειώσεις, οι λεγόμενες «Υπομνήματα». 
Σε αυτές, ο Μακεδόνας στρατηλάτης περιέγραφε με λεπτομέρειες 
τα μελλοντικά του σχέδια για μια εκστρατεία στις βόρειες ακτές της Αφρικής. 
Οι κύριοι στόχοι της φιλόδοξης εκείνης επιχείρησης θα ήταν η Καρχηδόνα, 
η Λιβύη και οι Ηράκλειες Στήλες, δηλαδή το σημερινό Στενό του Γιβραλτάρ. 
Ο Αλέξανδρος είχε ως απώτερο σκοπό να θέσει υπό τον έλεγχό του
 τα βόρεια παράλια της Αφρικής και να τοποθετήσει κατά μήκος τους
 μια σειρά από ναύσταθμους. 
Με αυτόν τον τρόπο θα δημιουργούσε ένα δίκτυο εμπορικών δρόμων 
που θα ξεκινούσε από τις Ηράκλειες Στήλες και θα κατέληγε στα λιμάνια 
της Μέσης Ανατολής και του Ινδικού Ωκεανού. 

Βασικοί αντίπαλοι του Αλεξάνδρου σε αυτήν την εκστρατεία θα ήταν 
όχι μόνο οι Καρχηδόνιοι και τα έθνη των βορειοαφρικανικών ακτών 
αλλά και κάποιες παράλιες φυλές της Ιβηρικής Χερσονήσου και της Σικελίας. 
Για την προέλαση των μακεδονικών δυνάμεων προς την Δύση 
είχε προγραμματιστεί η κατασκευή 1000 καινούργιων πολεμικών πλοίων
 στα ναυπηγία της Φοινίκης, της Συρίας, της Κιλικίας και της Κύπρου.
 Ο ίδιος στόλος εξάλλου θα συμμετείχε και στην σχεδιαζόμενη εκστρατεία
 της Αραβίας, που αναφέρθηκε προηγουμένως. 
Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι ο Μακεδόνας βασιλιάς σκόπευε 
να χρησιμοποιήσει την Βόρειο Αφρική ως βάση για μελλοντικές επιχειρήσεις 
στην Ιταλία, όπου η Ρώμη άρχιζε να αναδεικνύεται σε περιφερειακή δύναμη. 
Κάτι παρόμοιο εξάλλου είχε ήδη πραγματοποιηθεί από κάποιο 
μέλος της οικογένειάς του Μεγάλου Αλεξάνδρου. 
Ο αδερφός της μητέρας του, ο Αλέξανδρος Α΄ o Μολοσσός, 
βασιλιάς της Ηπείρου, εκστράτευσε το 333 π.Χ στην κάτω Ιταλία 
για να βοηθήσει τους Ταραντίνους εναντίον των Λευκανών και των Βρεττίων. 
Η άποψη αυτή όμως παραμένει στα όρια της απλής εικασίας,
 καθώς οι αρχαίες πηγές δεν αναφέρουν κάποια συγκεκριμένα σχέδια
 του Μεγάλου Αλεξάνδρου για επιχειρήσεις εναντίον των Ρωμαίων.
Ο Μέγας Αλέξανδρος επιθυμούσε ανέκαθεν να διαπιστώσει 
αν η Κασπία Θάλασσα ήταν μια πολύ μεγάλη λίμνη όπως υποστήριζε 
ο Αριστοτέλης ή κάποιος τεράστιος θαλάσσιος κόλπος.
 Επιπλέον η θέση της βρισκόταν σε ένα στρατηγικό σημείο, ενώνοντας 
γνωστές περιοχές της Ασίας με άγνωστες περιοχές της Ευρώπης.
 Για τον λόγο αυτό ο στρατηγός Ηρακλείδης τέθηκε επικεφαλής
 μιας αποστολής στην Υρκανία, την περιοχή που βρίσκεται 
νότια της Κασπίας Θάλασσας. 
Εκεί, ο Μακεδόνας διοικητής, με εντολή του Αλεξάνδρου, θα συγκέντρωνε
 στρατεύματα και θα ναυπηγούσε επί τόπου έναν νέο στόλο, χρησιμοποιώντας 
την ξυλεία των γειτονικών δασών. 
Στη συνέχεια θα εξερευνούσε τις ακτές της Κασπίας Θάλασσας, 
συγκεντρώνοντας πληροφορίες για τα έθνη που κατοικούσαν γύρω από αυτήν
 και τους ποταμούς που κατέληγαν στα νερά της. 
Κάποιοι σύγχρονοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι αυτή η εξερευνητική εκστρατεία
 δεν παρέμεινε στο στάδιο του σχεδιασμού και τελικά πραγματοποιήθηκε. 
Είναι όμως πρακτικά αδύνατο να εξακριβωθεί με βεβαιότητα αν κάτι τέτοιο ισχύει.
Η εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ανατολή άλλαξε για πάντα
 την ιστορία της Ασίας, επιφέροντας ριζικές μεταβολές 
μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. 
Ποια θα ήταν όμως τα αποτελέσματα μιας παρόμοιας επιχείρησης στην Δύση; 
Θα μπορούσε άραγε να ιδρυθούν και να μακροημερεύσουν ελληνικά κρατίδια 
στην Βόρειο Αφρική;
 Θα κατάφερναν οι Ρωμαίοι και οι Καρχηδόνιοι να δημιουργήσουν 
τις δικές τους αυτοκρατορίες; 
Πώς θα διαμορφωνόταν η ιστορία των λαών της Αραβικής Χερσονήσου
 και της περιοχής γύρω από την Κασπία, αν υποτάσσονταν στους Μακεδόνες 
και έρχονταν σε επαφή με τον ελληνικό πολιτισμό; 
Όλα αυτά είναι ερωτήματα που εκ των πραγμάτων θα μείνουν αναπάντητα,
 όσοι αιώνες κι αν περάσουν.


Δεν υπάρχουν σχόλια :