Όπως με τους δανειστές της χώρας έτσι και με την Εκκλησία της Ελλάδας,
ο Σύριζα πλήρωσε στο ακέραιο τους λεονταρισμούς του.
Προκαλεί πράγματι θυμηδία -ανάμικτη με ντροπή- η εικόνα μιας κυβέρνησης
που μπαίνει στις διαπραγματεύσεις με λυμένο ζωνάρι κουτσαβάκη και βγαίνει
με κατουρημένη ποδιά νηπίου.
Και που αρνείται -το χειρότερο- να παραδεχτεί την πανωλεθρία της και να ασκήσει
την ειλικρινή της αυτοκριτική, η οποία τόσο ωφέλιμη θα απέβαινε γενικώς.
Χρυσώνει αντιθέτως το χάπι και συνεχίζει να πουλάει στους οπαδούς της
φύκια για μεταξωτές κορδέλες...
Ας συζητήσουμε όμως κάτι πολύ σοβαρότερο.
Τοποθετούμαστε υπέρ του χωρισμού της εκκλησίας από το κράτος;
Εάν ήμασταν στα πράγματα, θα την επιδιώκαμε;
Ας ξεκινήσουμε από τα θεωρητικώς αυτονόητα.
Σε μια δημοκρατία δυτικού τύπου, σε μια ανοιχτή κοινωνία, το θρησκεύεσθαι
θα όφειλε να είναι απολύτως διακριτό από κάθε άλλη δημόσια δραστηριότητα.
Οι πολίτες να πιστεύουν και να λατρεύουν ελεύθερα τον όποιον θεό τους.
Καμία θρησκεία, κανένα δόγμα να μη χαίρει προνομιακής μεταχείρισης.
Οι γάμοι, προκειμένου να παράγουν νομικά αποτελέσματα, να τελούνται πολιτικά
και τα ζευγάρια να ζητούν κατόπιν -εφόσον το επιθυμούν- την ευλογία του ιερέα τους.
Οι εκκλησίες να χρηματοδοτούνται από τους πιστούς
και οι θρησκευτικές εκδηλώσεις να μένουν εντός των ορίων τους,
δίχως να τους προσδίδεται εθνικοπατριωτικός χαρακτήρας.
Όσοι αναλαμβάνουν δημόσια αξιώματα και όσοι καταθέτουν ως μάρτυρες
σε δίκες να δίνουν λόγο τιμής και όχι όρκο στο ευαγγέλιο, στο κοράνι ή στις βέδες.
Ας αντικρίσουμε τώρα τι συμβαίνει στην Ελλάδα.
Για λόγους που έχουν τις ρίζες τους στο απώτερο παρελθόν, η Ορθοδοξία συνιστά
κυρίαρχο στοιχείο της εθνικής μας ταυτότητας.
"Του Χριστού η πίστις η αγία" λειτούργησε ως συγκολλητική ουσία ανάμεσα
σε πληθυσμούς οι οποίοι δεν διέθεταν κοινή γεωγραφική και κοινωνική προέλευση,
οι οποίοι δεν μιλούσαν καν ενίοτε την ίδια γλώσσα, προκειμένου
να επαναστατήσουν εναντίον των Οθωμανών.
Η Εκκλησία κι όταν δεν συμπαραστεκόταν -ακόμα κι όταν αποκήρυσσε- τους εθνικούς
αγώνες παρέμενε σημείο αναφοράς.
Αυτό εξακολούθησε καθ' όλη την πορεία της νέας Ελλάδας.
Παπάδες ευλόγησαν το θωρηκτό "Αβέρωφ", που απελευθέρωσε το μισό Αιγαίο
κατά τους ένδοξους βαλκανικούς πολέμους.
Παπάδες έριξαν το ανάθεμα κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου στη ντροπιαστικότερη
εκδήλωση του Εθνικού Διχασμού.
Παπάδων χέρια φιλούσε ο Άρης Βελουχιώτης
όταν -ως επικεφαλής του ΕΛΑΣ- έμπαινε στα χωριά.
Παπάδες συμμετείχαν στην Εθνική Αντίσταση αλλά και συναλλάχθηκαν
με τους κατακτητές.
Παπάδες πολέμησαν στον Εμφύλιο και με τη μία -και με την άλλη όμως- παράταξη.
Ο Αρχιεπίσκοπος όρκιζε τις κυβερνήσεις της Χούντας και ο Αναστάσιος Αλβανίας,
νέος και σχετικά άσημος τότε, πήγαινε φαγητό στους φοιτητές
που είχαν κλειστεί στο Πολυτεχνείο....
Η Εκκλησία εν ολίγοις είναι πάντα παντού.
Και στα παραληρήματα των δεσποτάδων και στα διηγήματα του Παπαδιαμάντη.
Και στους επιγόνους του ακατάσχετου Αυγουστίνου Καντιώτη και στους μαθητές
του σπουδαίου Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη.
Στο Άγιον Όρος μονάζουν τύποι με λερωμένη τη φωλιά τους μα και άνθρωποι
φωτισμένοι, που ανοίγουν με νηστεία και με προσευχή
το προσωπικό τους μονοπάτι προς το υπερβατικό.
Από τη σχετικά πρόσφατη σύγκρουση για τις ταυτότητες, δικαίως θυμόμαστε
τη σθεναρή στάση του Κώστα Σημίτη.
Θα έπρεπε εν τούτοις να σταθούμε, να συλλογιστούμε και το εξής:
Τρία εκατομμύρια συμπολίτες μας υπέγραψαν υπέρ του δημοψηφίσματος
που ζητούσε ο μακαριστός Χριστόδουλος.
Ο ένας στους τρεις Έλληνες υποστήριξε την Εκκλησία στην πιο παράλογη
και έξαλλη εκστρατεία της.
Και αν ο Σημίτης τελικά επεβλήθη -με τη βοήθεια των δημοκρατικών θεσμών,
για χάρη των δημοκρατικών θεσμών- ο Χριστόδουλος έκανε μια εντυπωσιακή
επίδειξη ισχύος.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι μια γνησίως προοδευτική κυβέρνηση -όχι το Συριζανελικό συνονθύλευμα- αποφάσιζε το διαζύγιο κράτους-εκκλησίας.
Τι φαντάζεστε πως θα συνέβαινε;
Προφανώς οι δεσπότες δεν θα έμεναν στιγμή ανενεργοί.
Με πύρινους λόγους από άμβωνος θα καλούσαν το ποίμνιο να αντισταθεί
και τους βουλευτές να μην ψηφίσουν το "αντίχριστο" νομοσχέδιο.
Θα οργάνωναν λαοσυνάξεις καθ' εκάστην.
"Φωνή λαού, οργή Θεού!" θα σείονταν οι πλατείες.
Οι "αγανακτισμένοι" του 2011 θα έμοιαζαν με νεογέννητα αρνάκια
μπροστά στους πιστούς.
Έστω ότι η γνησίως προοδευτική μας κυβέρνηση παρέμενε ανυποχώρητη
και η κοινοβουλευτική της πλειοψηφία χαλύβδινη.
Κι ότι το κράτος τελικά απαλλασσόταν διά νόμου από τον εναγκαλισμό της εκκλησίας.
Έπαυε να μισοθοδοτεί από το δημόσιο ταμείο τους παπάδες
και έγειρε αξιώσεις στην εκκλησιαστική περιουσία.
Την επομένη κιόλας μέρα, η Εκκλησία της Ελλάδας θα εξελισσόταν στην ισχυρότερη
και μαχητικότερη μη κυβερνητική οργάνωση.
Αδιαφορώντας πλέον για ισορροπίες και πολιτισμένες σχέσεις με την εκτελεστική
εξουσία, θα καλούσε το ποίμνιο να αμυνθεί υπέρ βωμών και εστιών
και να συνδράμει από το υστέρημά του τους "παππούληδες" απανταχού της επικράτειας.
Όχι απλώς θα αρνιόταν να παραδώσει σπιθαμή από την ιδιοκτησία της
αλλά θα διεκδικούσε σθεναρά, με τόκους, ό,τι έχει παραχωρήσει στο κράτος
εδώ και διακόσια χρόνια.
Ένας νέος, θερμοκέφαλος Αρχιεπίσκοπος ή ένα "χριστιανοδημοκρατικό" κόμμα
με τη βούλα της Ιεράς Συνόδου θα επετύγχανε πρωτοφανή ποσοστά δημοφιλίας.
Θα αντιμετωπίζαμε χωρίς αμφιβολία τον βαθύτερο διχασμό στην Ιστορία μας.
Ο ελληνικός λαός θα κοβόταν στα δύο.
Τι προτείνω λοιπόν; Άνευ όρων συμμόρφωση στις επιταγές της Εκκλησίας;
Διαιώνιση μιας παράδοξης κατάστασης, η οποία έχει ενίοτε εκφάνσεις θεοκρατίας;
Προτείνω τον διαρκή διάλογο.
Τον εκατέρωθεν σεβασμό μα και την χάραξη απαραβίαστων κόκκινων γραμμών
από την πολιτεία.
Την αβρότητα όχι τόσο απέναντι στους κληρικούς όσο απέναντι στο ευσεβές ποίμνιο.
Και τη βαθμιαία -με ορίζοντα πολλών ετών- ρυμούλκησή του σε πιο ανοιχτές,
λιγότερο μισαλλόδοξες, πιο ουμανιστικές και ανεκτικές θέσεις.
Σιγανά και ταπεινά...
Οι ρήξεις, ακόμα και οι βίαιες ρήξεις, είναι κάποτε αναγκαίες
ώστε να προχωρήσουμε μπροστά.
Οι ρήξεις όμως που ακρωτηριάζουν την κοινωνία είναι πάντοτε απεχθείς.
Του Χρήστου Χωμενίδη
* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου