Αναφανδόν υπέρ της επιστροφής των μαρμάρων του Παρθενώνα
στην Ελλάδα τάσσεται άρθρο γνώμης που φιλοξενεί η εφημερίδας
Guardian (Simon Jenkins),
όπου προεξοφλείται –μετά βεβαιότητας- ότι μια μέρα κάποια
βρετανική κυβέρνηση θα τα επιστρέψει στην Αθήνα
και το μόνο ερώτημα που εγείρεται είναι ποιος θα είναι
ο Βρετανός πρωθυπουργός που θα κερδίσει την διαχρονική εκτίμηση
και τις ευχαριστίες της Ελλάδας.
Όπως σημειώνεται, ο προφανής υποψήφιος ήταν σίγουρα ο B. Johnson,
ο οποίος μάλιστα είχε καλέσει το 1986 την Ελληνίδα υπουργό Πολιτισμού
Μελίνα Μερκούρη να μιλήσει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
για να προωθήσει το αίτημα επιστροφής των μαρμάρων.
Ωστόσο, προσθέτει ο συντάκτης, αυτή την εβδομάδα γίναμε μάρτυρες
μιας ακόμα αθέτησης υποσχέσεων από την πλευρά του Johnson,
ο οποίος υπαναχώρησε οχυρωμένος πίσω από το επιχείρημα
περί αρμοδιότητας του Βρετανικού Μουσείου.
Επισημαίνεται ωστόσο ότι όποιος έχει δει το άλλο μισό της ζωφόρου
του Παρθενώνα, που τώρα εκτίθεται στο χαρακτηριζόμενο
ως «υπέροχο» Μουσείο της Ακρόπολης, θα συμφωνήσει ότι αυτό
το αριστούργημα, ο μεγαλύτερος από τους ευρωπαϊκούς θησαυρούς,
δεν πρέπει να τεμαχιστεί και να μοιραστεί μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου.
Ανήκει εκεί που δημιουργήθηκε, ακτινοβολεί στο ελληνικό φως
και απλώνεται μπροστά στον αρχικό ναό του.
Το άλλο μισό δεν πρέπει να κάθεται παγωμένο και εκτός του αρχικού του πλαισίου,
σε ένα ζοφερό μαυσωλείο του Bloomsbury, παρατηρεί ο συντάκτης,
ο οποίος, στη συνέχεια, επιχειρεί να καταρρίψει, ένα προς ένα,
τα επιχειρήματα του Βρετανικού Μουσείου.
Κατά τον συντάκτη, αυτό που προέχει είναι οι Βρετανοί να σεβαστούν
και όχι να εμποδίσουν την επιθυμία των μουσείων και των λαών
όλου του κόσμου να ανασυνθέσουν εκ νέου τις ταυτότητες
και τα ιστορικά τους αφηγήματα.
Πολλά μάλιστα μουσεία της Δύσης ανταποκρίνονται στο αίτημα αυτό,
διευκρινίζει, επικαλούμενος πολυάριθμα παραδείγματα,
από το Μουσείο του Παρισιού μέχρι το ίδιο το Βρετανικό Μουσείο
που επέστρεψε βασιλικά κοσμήματα στην Κεϋλάνη τη δεκαετία του 1930
και αργότερα στη Βιρμανία το 1964.
Ακόμη, ο συντάκτης επικαλείται την πρόοδο της τεχνολογίας
που επιτρέπει πλέον τη δημιουργία ακριβών αντιγράφων, τα οποία,
όπως σημειώνει, θα μπορούσαν να τοποθετηθούν στις προθήκες
του Βρετανικού Μουσείου ώστε τα αυθεντικά να επιστραφούν στην Ελλάδα.
Και τούτο διότι οι Έλληνες αξίζουν κάτι τέτοιο δικαιωματικά, εφόσον
ο επαναπατρισμός της ζωφόρου του Παρθενώνα αποτελεί μια υπενθύμιση
της ταπείνωσης της χώρας από τους Τούρκους
και από έναν Βρετανό αριστοκράτη.
Όπως ειδικότερα εξηγεί, οι Έλληνες νιώθουν ότι αυτές οι πέτρες
είναι δικές τους, όπως ακριβώς η Πέτρα του Scone ανήκει στη Σκωτία
και το Stonehenge θα «ανήκε» σε κάθε Βρετανό, αν ο Αυτοκράτορας
Κλαύδιος είχε αποφασίσει να το φέρει πίσω στη Ρώμη.
Ανακεφαλαιώνοντας, ο συντάκτης υποστηρίζει ότι αυτό το ζήτημα,
το τόσο σημαντικό για τους Έλληνες αλλά όχι για τους Βρετανούς,
θα μπορούσε να λυθεί εν ριπή οφθαλμού, εάν υπήρχε καλή θέληση,.
Αντί όμως ο Johnson να τηρήσει την υπόσχεσή του και να πράξει
το σωστό, καταλήγει ο συντάκτης, προτίμησε να επιστρατεύσει
μια αδύναμη επιχειρηματολογία και να οχυρωθεί πίσω
από το Βρετανικό Μουσείο, που σε τελευταία ανάλυση αποτελεί
κρατικό ίδρυμα, πραγματοποιώντας έτσι μια ακόμα κυβίστηση.
ΠΗΓΗ: Guardian Simon Jenkins –
Give the Parthenon marbles back to Greece –
tech advances mean there are no more excuses, hellasjournal
Το διαβάσαμε ΕΔΩ
Δικό μας σχόλιο:
Ας σταματήσουμε να τα αποκαλούμε μάρμαρα
αλλά να μην σταματήσουμε ποτέ
να τους υπενθυμίζουμε πως είναι κλεπταποδόχοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου