Τρίτη 16 Μαρτίου 2021

Δηλητήριο.

Του Χρήστου Χωμενίδη 
Περιηγούμαι τακτικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. 
Νοιώθω σαν να βρίσκομαι σε μια ψηφιακή εκκλησία του δήμου όπου συχνάζει
 κάθε καρυδιάς καρύδι και δράττεται και της ελάχιστης αφορμής για να εκφράσει
 όχι απλώς τις απόψεις του αλλά και την ψυχή του. 
Κυρίως την ψυχή του. Διαβάζω δημοσιεύσεις, σχόλια, τιτιβίσματα. 
Πάντοτε επιβεβαιώνω εκείνο που έχει, εδώ και χρόνια, επισημανθεί.
 Το κυρίαρχο πνεύμα στο διαδίκτυο είναι από αρνητικό έως βιτριολικό.
 Μυριάδες άνθρωποι χύνουν ακατάσχετα δηλητήριο.

Δεν αναφέρομαι μόνο στις κρίσεις των πολιτών σχετικά με την πολιτική
 επικαιρότητα και με τους πρωταγωνιστές της. Εκεί, στο κάτω-κάτω, 
η μισαλλοδοξία αναμένεται, προκύπτει κι από τις κομματικές γραμμές,
 δίδεται ως τόνος απ’ τα "τρολ". 
Οι πιο αψίκοροι ισοπεδώνουν νυχθημερόν τους αντιπάλους τους, δεν τους αφήνουν 
σε χλωρό κλαδί. Λένε τον Μητσοτάκη "γουρλομάτη Κούλη",
 τον Τσίπρα "ζαβό θρεφτάρι", δεν ορρωδούν ούτε εμπρός στις γυναίκες τους
 και στα παιδιά τους, το ξέρει αυτό προκαταβολικά όποιος μπαίνει
 στο δημόσιο στίβο, φτιάχνει γερό στομάχι για να το αντέχει...

Μιλάω για ό,τι εκφεύγει απ’ την πολιτική, με τον στενό τουλάχιστον ορισμό της. 
Για τις "κοινωνικές" και τις "καλλιτεχνικές" συζητήσεις. 
Εκεί να δείτε φαρμάκι. 
"Τι φάλτσος είναι αυτός ο κουραδόμαγκας! 
Ποιος ξέρει πόσο έγλειψε για να μας τον πουλήσουν τα κυκλώματα 
για τραγουδιστή!". 
"Κουνάει τον πισινό της και περνιέται για ηθοποιός!
 Πφφ… Μια φορά την είδα στο θέατρο και αηδίασα!".
 Δεν λείπουν -εννοείται- τα σεξουαλικά υπονοούμενα. 
"Το παίζει εραστής μα κατά βάθος είναι αδελφή του ελέους…". 
Και οι εκ των έσω δήθεν πληροφορίες. 
"Ρωτήστε τι λένε στην παλιά του γειτονιά... Κρατάει από σόι μαυραγοριτών...".

Ως κερασάκι στη δύσοσμη τούρτα μπαίνει η νοσταλγικότητα. 
Παλιά, ο κόσμος ήταν -υποτίθεται- αγγελικά πλασμένος. 
Ο Μάνος Κατράκης είχε αρνηθεί να φιληθεί με την πολύ νεότερη του Τζένη Καρέζη.
 Ο Δημήτρης Μυράτ είχε παραιτηθεί -λέει- από δάσκαλος 
στη δραματική σχολή μόλις τα έφτιαξε με τη μαθήτριά του Βούλα Ζουμπουλάκη. 
Και ο Χορν τι αριστοκράτης!
 Και η Μελίνα και ο Χατζιδάκις ημίθεοι, που είχαν πέσει από τον ουρανό
 στο κλεινόν άστυ! 
Το ήθος, το ταλέντο έτρεχε παλιά από τα μπατζάκια μας. 
Μα τώρα στέρεψε...

Τίποτα δεν υπάρχει ίσως πιο απατηλό από την εξιδανίκευση του παρελθόντος. 
Εάν είσαι στα -ήντα σου και περιηγείσαι από έφηβος στις πιάτσες, 
έχεις στα αυτιά σου ακόμα ό,τι έσουρναν για τον Χατζιδάκι όσο ζούσε. 
Θυμάσαι πως η Μερκούρη και ο Χορν κάθε άλλο
 παρά απολάμβαναν -ενεργοί όντες- τον γενικό σεβασμό. 
Η βράβευση του Ελύτη με το Νόμπελ το 1979 προκάλεσε γκρίνια
 στην καθ’ημάς Αριστερά, θεωρήθηκε βολή εναντίον του Ρίτσου, 
ο ίδιος ο Γιάννης Ρίτσος -προς τιμήν του- έκοψε μαχαίρι τις μικρόψυχες κουβέντες. 
Όταν επέστρεψε από τη Σουηδία ο Γιώργος Σεφέρης δαφνοστεφανωμένος, 
δέκα όλοι κι όλοι άνθρωποι τον περίμεναν στο αεροδρόμιο. 
Ακόμα παλαιότερα, είχε δημοσιευτεί άρθρο 
με τίτλο "Καβάφης, ένας Καραγκιόζης", 
υπογεγραμμένο από τον πατριάρχη του δημοτικισμού Γιάννη Ψυχάρη. 
Ο δε σπουδαίος Αττίκ είχε αποθαρρύνει
τον Μάνο Χατζιδάκι - "δεν κάνετε για μουσικός…" τού είχε πει.

Ανέκαθεν λοιπόν το ίδιο δηλητήριο; Ο ίδιος ζόφος;

Λυπάμαι μα έχω την αίσθηση ότι το κλίμα σήμερα είναι χειρότερο από ποτέ. 
Η χαιρεκακία έχει καταντήσει συρμός. Κυριαρχεί. 
"Λυπήθηκα για την αυτοκαταστροφή του Λιγνάδη..." έλεγα
 τις προάλλες σε έναν φίλο. "Τέτοιον εξαιρετικό θεατράνθρωπο, 
να τον φάει ο δαίμονάς του...". "Μη τυχόν και το γράψεις αυτό!" θορυβήθηκε. 
"Ούτε καν να το λες! Θα σε κατηγορήσουν ότι τον ξεπλένεις!". 
"Μα δεν τον αθωώνω, ίσα-ίσα...". Ήξερε τι με συμβούλευε ο φίλος μου. 
Πριν αλέκτωρ λαλήσει, ένας βετεράνος ηθοποιός 
με αποκάλεσε δημόσια "πλυντήριο".
 Επιβάλλεται σήμερα να πετροβολάς τους πεσμένους. 
Κινείς ειδάλλως υποψίες. "Ο μη μεθ’ημών καθ’ημών!" 
Το βρίσκεις στις Γραφές, το εφάρμοσαν ο Χίτλερ και ο Στάλιν.

Φταίει μήπως που στις μέρες μας ο καθείς έχει δημόσιο εν δυνάμει βήμα
 στο διαδίκτυο; 
Δεν το πιστεύω. 
Όταν -προ δεκαπενταετίας σχεδόν- είχαν ξεκινήσει τα σόσιαλ μίντια, 
οι χρήστες τους ανέβαζαν τραγούδια, έγραφαν ενδιαφέρουσες απόψεις
 και σαχλαμαρίτσες, άντε και καμιά κακιούλα που και που... 
Η κατάσταση εξετράπη στον ελληνικό κυβερνοχώρο με τα μνημόνια
 και τους "Αγανακτισμένους". 
Τότε άρχισε να εκπορεύεται ο λόγος του μίσους.

Αναλογιστείτε τι έχουν περάσει οι κάποτε ανθηροί μικρομεσαίοι 
από τη χρεοκοπία τού κράτους το 2010 και εντεύθεν. 
Η τρόικα -οι μετέπειτα "θεσμοί"- να σαρώνουν κάθε αίσθηση ασφάλειας. 
Η παραοικονομία, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τούς "ψιλικατζήδες", να μπαίνει
 στο στόχαστρο, να συρρικνούται μέσω ταμειακών μηχανών
 και υποχρεωτικών αποδείξεων. 
Το ραχάτι τού δημόσιου τομέα (σύμφυτο εξαρχής με τη σύγχρονη Ελλάδα, 
αρκεί να διαβάσει κανείς τις εντυπώσεις του συγγραφέα περιηγητή
 Εντμόν Αμπού από την πατρίδα μας στα μέσα του 19ου αιώνα), 
το ραχάτι των απανταχού διορισμένων να δαιμονοποιείται. 
Τα δάνεια τους να κοκκινίζουν.
 Η ανεμελιά και οι κεκτημένες τους διασκεδάσεις -ξεφάντωμα στα μπουζούκια,
 τριήμερα μέχρι και στο εξωτερικό- να πριονίζονται για να σωθεί η εθνική οικονομία. 
Αναγκαίο μεν, εξυγιαντικό, σε βάθος χρόνου λυτρωτικό. Όμως τραυματικότατο.

Κι ενώ έπαιρναν τις πρώτες βαθιές ανάσες, ελεύθεροι επιτέλους μνημονίων, 
να’σου ο Κόβιντ 19. Να ενσκήπτει και να περιορίζει μέχρι στραγγαλισμού 
την καθημερινότητα όλων μας. 

Πώς περιμένατε να αντιδράσει ο κόσμος;
 Να διατηρεί επί έναν και πλέον χρόνο 
το πνεύμα αλληλεγγύης, ηρωισμού σχεδόν, τής πρώτης καραντίνας;
Να σφίγγει επ’ αόριστον τα δόντια, να μεταμορφωθούν οι Έλληνες σε Ιώβ; 
Ας μην είμαστε αφελείς. Το μπούχτισμα των τελευταίων μηνών, 
που άλλοι το εκτονώνουν διαδηλώνοντας, υποστηρίζοντας το πλέον πιθανό
 και απίθανο αίτημα, κι άλλοι το διοχετεύουν στο διαδίκτυο,
 η υποφώσκουσα απόγνωση είναι απολύτως φυσιολογική.
 Κι αναζητά ενόχους και αποδιοπομπαίους τράγους.

Η ηγεσία -πολιτική, πολιτιστική και αθλητική ακόμα- θα πληρώσει όχι μονάχα 
τις υπαρκτές αλλά και τις εικαζόμενες και τις ανύπαρκτες ακόμα ευθύνες της.
 Όποιος λογίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο ως προνομιούχος θα αντιμετωπίσει
 την αποδοκιμασία και τη χλεύη. 
Γιατί; Διότι απλώς είναι περίοπτος. 
Εκτός κι αν έχει την πονηριά -την προστυχιά πείτε καλύτερα- να τεθεί επικεφαλής 
των πετροβολητών. Να φτύσει εκεί όπου έγλειφε. 
Να σπεκουλάρει στην κοινωνική δυσθυμία προς ίδιον όφελος.

Και μετά; Όταν θα φύγει επιτέλους ο κορονοϊός, τι θα αντικρύσουμε; 
Θα είναι σαν να συνερχόμαστε από έναν εφιάλτη; 
Ή θα μάς έχει ποτίσει μέχρι κύτταρο το δηλητήριο;
 Και θα΄μαστε πλέον ανίατα τοξικοί;
Εδώ σάς θέλω...
* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας 

Δεν υπάρχουν σχόλια :