Μετά το αποτέλεσμα των εκλογών της 25ης Ιανουαρίου
του 2015 με ανάρτηση μου στο facebook έγραψα:
“Από σήμερα η Ελλάδα είναι κι επισήμως
χώρα κομμουνιστική!!!”.
Αρκετοί φίλοι και συγγενείς δεν κατάλαβαν
τι εννοούσα και ευγενικά μου συνέστησαν
να το αποσύρω, ώστε να μην παρεξηγηθώ…
Εξηγούμαι λοιπόν ξανά για να μην παρεξηγούμαι πως πέραν από κομματική προτίμηση
στο δικό μου το μυαλό η Ελλάδα είχε (και δυστυχώς εξακολουθεί να έχει)
ένα οικονομικό μοντέλο μετα-σοβιετικού τύπου, όπου κυριαρχούν το κράτος
και μια επιχειρηματική ολιγαρχία που διαπλέκεται μαζί του και αμφότεροι κρατούν
τα δίκτυα κλειστά, την ιδιωτική πρωτοβουλία σε καταστολή
και τους υπερφορολογημένους πολίτες σε καθεστώς αντιπαραγωγικής ομηρίας.
Είναι αυτό το μοντέλο που χρεοκόπησε και που οι ευνοημένοι του αντιδρούν
σε κάθε απόπειρα αλλαγής ή μεταρρύθμισης του.
Θεωρούσα λοιπόν τότε πως η έλευση του ΣΥΡΙΖΑ θα ανέστειλε και τις λιγοστές
απόπειρες αλλαγής αυτού του μοντέλου που με πλείστους δισταγμούς επιχειρούσαν
οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Εξ ου και το “επισήμως”…
Ευτυχώς, με την πρώτη φάση της διακυβέρνησης της πρώτης φοράς Αριστερά
αναδείχθηκαν οι λόγοι που το μετα-σοβιετικό μοντέλο
της ελληνικής οικονομίας χρεοκόπησε.
Όλα όσα ακολουθήσουν από τη “σκληρή διαπραγμάτευση”
και το “υπερήφανο ΟΧΙ” του δημοψηφίσματος, μέχρι τη “στροφή προς το ρεαλισμό”
και την υπογραφή του τρίτου (πρώτου αριστερού) Μνημονίου, έκαναν σαφές
και στον πλέον αδαή πως οι ουτοπίες υπάρχουν στο μυαλό όσων αρνούνται
την πραγματικότητα και πως το ελληνικό πρόβλημα
δεν ήταν ότι ο γυαλός ήταν στραβός… Πλέον λοιπόν το ζήτημα δεν είναι
αν επί τόσα χρόνια αρμενίζαμε στραβά
(γιατί απεδείχθη περίτρανα ότι αρμενίζαμε στραβά), αλλά γιατί αρμενίζαμε στραβά.
Την εξήγηση υπαινίσσεται το αρχικό μου σχόλιο.
Εκτός από το μετα-σοβιετικό μοντέλο οικονομίας που υπήρχε, υπήρχε
και μια φιλο-κομμουνιστική κουλτούρα, αντίληψη και νοοτροπία που το συνόδευε
και που διαπερνούσε οριζόντια κοινωνικές τάξεις και πολιτικές παρατάξεις.
Πρόκειται για τη λεγόμενη “ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς” που επιβάλλει
(ή καθιστά ανεκτή) σε μεγάλη μερίδα πολιτών απόψεις όπως, ότι οι ιδιωτικοποιήσεις
είναι “ξεπούλημα εθνικού πλούτου”, ότι το κλείσιμο των δρόμων είναι δημοκρατικό
δικαίωμα, ότι οι καταλήψεις και η καταστροφή ιδιωτικής περιουσίας είναι ένδειξη
(ή απόδειξη) επαναστατικού φρονήματος, ότι η τρομοκρατία είναι πολιτικός
ακτιβισμός, ότι το τρίπτυχο “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια” είναι πολιτικός
αναχρονισμός, ότι η απαξίωση της ελληνικής γλώσσας και η προάσπιση
ατομικών δικαιωμάτων κι ελευθεριών αλλόθρησκων αλλόφυλων και γενικώς
κάθε καρυδιάς καρυδιού, είναι κοσμοπολιτισμός.
Ευτυχώς, η ήττα της ΝΔ και της στρατηγικής της συναίνεσης
(άλλως από κοινού συγκάλυψης και συντήρησης του μετα-σοβιετικού μοντέλου…)
που ακολουθήθηκε προεκλογικά, ενεργοποίησε τις διαδικασίες εκλογής
νέου προέδρου με αποτέλεσμα δυο εκ των τεσσάρων υποψηφίων,
ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Άδωνις Γεωργιάδης να θέσουν και αναδείξουν
με διαφορετική ένταση και έμφαση ο καθένας, τόσο το αίτημα των μεταρρυθμίσεων
(αρχής γενομένης από την αλλαγή του κλειστού κόμματος της ΝΔ σε κόμμα ανοικτό
στη κοινωνία), όσο κυρίως την ανάγκη επικράτησης σε επίπεδο ιδεών
του φιλελευθερισμού έναντι του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
Ελλείψει ουσιαστικής πολιτικής αντιπαράθεσης επί του οικονομικού μοντέλου
ανάπτυξης που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα,
(θυμίζω η κυβέρνηση της Αριστεράς ψηφίζει όλα τα “νεοφιλελεύθερα μέτρα”
που της “επιβάλλουν” οι “δανειστές”…) η πραγματική αντιπαράθεση
θα γίνει επί αρχών, αξιών και ιδεών.
Στον αγώνα λοιπόν για τη δημιουργία ισχυρών “αντικομμουνιστικών αντισωμάτων”,
όπως είθισται να υπενθυμίζει ο Άδωνις Γεωργιάδης απαιτείται ξεκάθαρο
πολιτικό-ιδεολογικό στίγμα. Η ΝΔ για να κερδίσει τη μάχη του κέντρου
(την οποία θεωρεί προτεραιότητα ο Κυριάκος Μητσοτάκης) και να επιβληθεί
ως κεντροδεξιά παράταξη επί της κεντροαριστεράς παράταξης
(που τώρα σχηματίζεται με την απόπειρα του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα
να απορροφήσει το ΠΑΣΟΚ, το Ποτάμι, την Ένωση Κεντρώων κοκ)
θα πρέπει προηγουμένως να κερδίσει τη μάχη στο χώρο της Δεξιάς.
Και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν απενοχοποιηθεί η έννοια του “Δεξιού”,
αν επαναπροσδιοριστεί το σύνθημα “Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια”
και το κυριότερο αν η πλειονότητα των πολιτών πειστεί
(όχι ανεχθεί απλώς ως έξωθεν επιβεβλημένη…) για την υπεροχή
του φιλελευθερισμού έναντι του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού.
Υπεροχή τόσο στο επίπεδο της οικονομίας που εγγυάται πλούτο και ευημερία,
όσο και στο επίπεδο των θεσμών που εγγυάται τη δημοκρατία,
τις ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα.
Ο μόνος υποψήφιος που κινείται αταλάντευτα προς αυτή την κατεύθυνση
είναι ο Άδωνις Γεωργιάδης. Το στίγμα του είναι καθαρό, η στόχευση συγκεκριμένη,
το αφήγημα ρεαλιστικό. Είναι ο μοναδικός υποψήφιος που ανέδειξε
με τόσο ξεκάθαρο τρόπο το μύθο του “ηθικού πλεονεκτήματος της Αριστεράς”
και ο μόνος που δείχνει να έχει το σθένος και την αποφασιστικότητα να το αντικρούσει.
Από την άλλη, ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει και το σθένος
του Κυριάκου Μητσοτάκη. Μπορεί να είναι γόνος μιας σημαντικής πολιτικής
δυναστείας, πλην όμως στη ΝΔ δεν διαθέτει κομματικό μηχανισμό.
Ως ορισμός του αστού πολιτικού, ως φανατικός αντικρατιστής και γνήσιος
μεταρρυθμιστής δεν θα μπορούσε να διαθέτει κομματικό στρατό που κατά βάση
εξυπηρετείται με διορισμούς και ρουσφέτια.
Παρ’ όλες τις μικρές πιθανότητες εκλογής μπήκε πρώτος στη μάχη της διαδοχής
με πολιτική παρακαταθήκη τη θητεία του στην κυβέρνηση Σαμαρά
κατά την οποία δεν υπέκυψε στο φόβο του πολιτικού κόστους και προώθησε
τη δυσκολότερη εκ των μεταρρυθμίσεων, τον εκσυγχρονισμό του κράτους.
Μαζί με τον Άδωνι Γεωργιάδη που επέδειξε μεταρρυθμιστικό έργο
στα υπουργεία Υγείας και Ναυτιλίας που θήτευσε αποτελούν αναμφισβήτητα
το μεταρρυθμιστικό δίδυμο που έχει ανάγκη η κεντροδεξιά παράταξη.
Διαφορετικοί ως χαρακτήρες μεταξύ τους λειτουργούν παραπληρωματικά
και συμπληρωματικά και ανεξαρτήτως του αποτελέσματος
της προσεχούς Κυριακής θα είναι το πρωταγωνιστικό δίδυμο
της επόμενης μέρας για τη ΝΔ και τη χώρα.
Υπό αυτή την έννοια το “Κυριάκος ή Άδωνις”,
δε λειτουργεί διαζευτικά, αλλά συζευτικά…
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου