Το 1823, ο αεικίνητος Βύρων αναλαμβάνει
την πρόσκληση να υποστηρίξει ενεργά
τον ελληνικό αγώνα για ανεξαρτησία
από τον οθωμανικό ζυγό.
Ο ίδιος δαπανά ένα τεράστιο ποσό
της προσωπικής του περιουσίας για την επισκευή
του ελληνικού στόλου και συγκροτεί
δικό του στρατιωτικό απόσπασμα,
αποτελούμενο από Σουλιώτες μαχητές!
Αφού παρέμεινε 6 μήνες στην Κεφαλλονιά,
αποφασίζει να μετακινηθεί στον Μοριά,
εγκαθίσταται ωστόσο στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται
σε επαφή με τον Μαυροκορδάτο, στον οποίο και δίνει
άλλο ένα μεγάλο ποσό της προσωπικής του περιουσίας
για τις ανάγκες του αγώνα.
Ταυτοχρόνως, λειτουργεί ως δίαυλος επικοινωνίας
μεταξύ αγωνιστών και Βρετανών φιλελλήνων
για τη σύναψη του πρώτου επαναστατικού δανείου,
ως μέλος άλλωστε του Φιλελληνικού Κομιτάτου
του Λονδίνου, κρούοντας παράλληλα τον κώδωνα
του κινδύνου για την κατεύθυνση των χρημάτων:
διαβλέποντας τις πολιτικές διαμάχες που είχαν
ήδη ξεσπάσει στους κόλπους της ηγεσίας
των Ελλήνων αγωνιστών, καλεί σε αποκλειστική
χρήση των χρημάτων για την απελευθέρωση
του έθνους και όχι για αλλότριους πολιτικούς σκοπούς.
Παράλληλα με το μέλημά του για τη στρατιωτική
πορεία της Επανάστασης, αναλαμβάνει τον ρόλο
να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των οπλαρχηγών.
Παρατηρεί σε επιστολή του: «Καθώς ήρθα εδώ
για να υποστηρίξω όχι μια φατρία, αλλά ένα έθνος
και για να συνεργαστώ με τίμιους ανθρώπους
και όχι με κερδοσκόπους ή καταχραστές
(κατηγορίες που ανταλλάσσονται καθημερινά
ανάμεσα στους Έλληνες), θα χρειαστεί
πολλή περίσκεψη για να αποφύγω τη μομφή ότι
μεροληπτώ και αντιλαμβάνομαι ότι αυτό
θα είναι πολύ δύσκολο, γιατί έχω ήδη λάβει
προσκλήσεις από περισσότερα του ενός
από τα αλληλοσπαρασσόμενα κόμματα,
πάντα με τη δικαιολογία ότι αυτοί είναι οι γνήσιοι
εκπρόσωποι του έθνους».
Σε επιστολή που εμπιστεύεται
στον φίλο του Χόμπχαους τον Σεπτέμβριο
του 1823 διαμαρτύρεται:
«Οι Έλληνες φαίνεται να κινδυνεύουν περισσότερο
από τη διχόνοιά τους, παρά από τις επιθέσεις του εχθρού».
Προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα
στις έριδες των ηγετών της επανάστασης,
ο Βύρων προσβάλλεται και πάλι από ασθένεια
τον Φεβρουάριο του 1824, με τον πυρετό
να μην πέφτει με τίποτα.
Ο μεγάλος φιλέλληνας πέθανε στις 19 Απριλίου 1824
στο Μεσολόγγι, σε ηλικία 36 ετών.
Ο θρήνος για τον χαμό του απλώθηκε όχι μόνο
στην επαναστατημένη Ελλάδα,
που τον έκλαψε ως ήρωα, αλλά και την Αγγλία,
που πένθησε τον θάνατο του κορυφαίου
ρομαντικού ποιητή της.
Ο Διονύσιος Σολωμός συνθέτει μακρά ωδή
στη μνήμη του, ενώ στην τελευταία του κατοικία
τον συνοδεύει το λιτό επίγραμμα
του εθνικού μας ποιητή, με τη μαχόμενη Ελλάδα
να μένει παγωμένη και να βυθίζεται
σε βαθιά περισυλλογή:
«Λευτεριά για λίγο πάψε
να χτυπάς με το σπαθί
κι έλα σίμωσε και κλάψε
εις του Μπάιρον το κορμί»...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου