«Ο έρωτας στην Κρήτη είναι μελαγχολικός»
λέγεται η συλλογή τραγουδιών του έρωτα
και του θανάτου, με την ξεχωριστή φωνή
του Λουδοβίκου των Ανωγείων, που επανακυκλοφορεί
από τις εκδόσεις Ιανός. Πρόκειται για 102 τραγούδια
που έγραψε και τραγούδησε
αυτός ο ξεχωριστός τροβαδούρος.
Η επανέκδοση περιλαμβάνει φωτογραφικό υλικό
καθώς και στίχους από την τελευταία δισκογραφική
δουλειά του τραγουδοποιού “Η γιορτή των ανέμων”.
Όπως γράφει στην αρχή της έκδοσης, το όνομά του
είναι Γιώργης Τραμουντάνης και το καλοκαίρι
του 1979 γνωρίστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι
σε εκδηλώσεις στο ιστορικό χωριό του στ΄Ανώγεια.
Τον άκουσε να τραγουδάει με το μαντολίνο
και τον «βάφτισε» με αυτό το μεγαλοπρεπές όνομα.
Αυτό το όνομα … εκνεύριζε τον Λευτέρη Παπαδόπουλο,
κατά πως εξηγεί στον πρόλογο του βιβλίου.
Το έβρισκε πολύ αυτοκρατορικό και μάλιστα
για λαϊκό μουσικό- λαϊκό τραγουδιστή των Ανωγείων.
Επιπλέον, είχε θυμώσει μαζί του διπλά, γιατί
σε ένα δημοσίευμα στα Νέα με τους δίσκους
της χρονιάς προβαλλόταν ένας του Λουδοβίκου
αλλά κανένας του Νταλάρα, της Αλεξίου
ή άλλων μεγάλων. Πήρε λοιπόν φωτιά και κάθισε
κι ΄έγραψε ένα άρθρο για τους συντάκτες του θέματος
με καυστικά σχόλια για το ποιος είναι αυτός
ο Λουδοβίκος. Οργίστηκε όμως και ο Λουδοβίκος
και του απάντησε αναλόγως μέσω της ίδιας
της εφημερίδας. «Και μου απάντησε όχι κλαψιάρικα,
αλλά λιονταρίσια! Με έβρισε κι όλας:
Είπα τότε από μέσα μου: αυτός έχει ψυχή».
Ο μεγάλος στιχουργός διηγείται μετά πως ζήτησε
να τον γνωρίσει σε μια ταβέρνα «αυτό τον καλλιτέχνη
με το μαντολίνο». Ενθουσιάστηκε: «Γιατί είναι
ένας άνθρωπος που ονειρεύεται, αφηγείται υπέροχα
παραμύθια, γοητεύει τον ακροατή με την απλότητά του
και τον πλούτο της καρδιάς του!». Και καταλήγει:
«Τον αγαπώ πολύ αυτόν τον Ανωγειανό
με τις υπέροχες ιστορίες, που συνεχώς εκπλήσσεται
από το θαύμα του κόσμου και το τραγουδάει.
Λυπητερά τις πιο πολλές φορές,
αλλά, πάντοτε μαγικά.
Ο Λουδοβίκος είναι φίλος μου και θα είναι».
Ακολουθεί ένα προλογικό κείμενο του Μάνου Χατζιδάκι
για τον δίσκο «Μοιρολόγια» που κυκλοφόρησε το 1985.
Ο κορυφαίος συνθέτης εκθειάζει τ΄ Ανώγεια
ως το πιο χαρισματικό χωριό της Κρήτης
μα και όλης της Ελλάδας που στέκουν κόντρα
«στους χυδαίους αυριανικούς καιρούς μας» και,
αφού χαρακτηρίζει τον Λουδοβίκο «έξυπνο,
χαριτωμένο, απελευθερωμένο, ερωτικό», σημειώνει
ότι οι γυναίκες εκεί δεν μοιρολογούν τυπικά,
σε δοσμένες φόρμες, αλλά εκφράζονται όπως
όταν κεντάνε σιωπηλές τ΄ απογεύματα σαν δύει
ο ήλιος ή όταν δίνουν πρωινό φιλί στον γιο τους
που πάει τα πρόβατα να βοσκήσουν.
«Εκείνος που βάφτισε το χωριό Ανώγεια το υποχρέωσε
να μην πατάει στη γη» λέει ο Λουδοβίκος
στο εισαγωγικό του κείμενο, τονίζοντας ότι
ο γενέθλιος τόπος του, στη χιλιετή ιστορία του,
καταστράφηκε τρεις φορές και τρεις φορές
με τις ίδιες πέτρες ξαναχτίστηκε.
Δύο φορές το χωριό το χάλασαν οι Τούρκοι
και μία οι Γερμανοί. Τότε, τον Αύγουστο του ΄44
μια απλή γυναίκα, η Μαρία Νταγιαντά, περπατώντας
στα χαλάσματα μοιρολογούσε χαϊδεύοντας τις πέτρες
και μετά πήγε στην εκκλησία του χωριού …
«Ω Παναγιά μου Ανωγειανή
που΄σουν αυτήν την ώρα
όταν εβάλαν τη φωτιά στα ξακουσμένα Ανώγεια
ήρθαν τσ΄Αιγύπτου τα πουλιά
για να παραθερίσουν
στ ΄Ανώγεια δεν εβρήκανε
τους τοίχους τους να χτίσουν».
Και ένα χαρακτηριστικό ερωτικό επίγραμμα
από τον δίσκο «Η γιορτή των ανέμων» (2003):
«Άμα ρωτάς πως πότε γιατί
η αγάπη εκεί δεν κατοικεί».
Τελειώνοντας το βιβλίο των 206 σελίδων
έχεις το αίσθημα της χαρμολύπης.
Και παραδέχεσαι ότι τα λόγια μπορούν να σταθούν
ισάξια της δημοτικής ποίησης.
Καθώς πρόκειται για λυγμούς ατομικούς
μα και εθνικούς.
Πηγή: Πατρίς
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου