Δύο αιώνες μετά τη Σταύρωση του Χριστού, κι έναν αιώνα ύστερα
από τους Ιουδαϊορωμαϊκούς πολέμους που προξένησαν συνολικά το θάνατο
τουλάχιστον 2 εκατομμυρίων ανθρώπων, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία βρισκόταν
στα πρόθυρα κατάρρευσης.
Στην κρίσιμη αυτή ιστορική στιγμή της περιόδου 235-284 μ.Χ.,
η Αυτοκρατορία κλονιζόταν από: συνεχή πίεση συνδυαζομένων εισβολών
(γερμανικές επιδρομές στο βορρά με κυριότερες αυτές των Φράγκων
και των Αλαμαννών, Γότθοι και έφιπποι νομάδες κατά μήκος
των ανατολικών συνόρων στον Δούναβη, οι Σασσανίδες στην ανατολή),
εμφύλιο σπαραγμό (αποσταθεροποίηση της κρατικής εξουσίας,
στρατιωτική – πολιτική αναρχία, διάσπαση της αυτοκρατορίας σε 3 κράτη,
οι Πραιτωριανοί επιβάλλουν τους διαδόχους προτίμησής τους, Ρωμαίοι στρατηγοί
μαίνονται σε εσωτερικούς πολέμους, αποδυναμώνοντας έτσι την συνοριακή άμυνα),
δημογραφική συρρίκνωση από τις συνεχείς συρράξεις και τις ασθένειες,
όπως η λεγόμενη πανούκλα του Κυπριανού, η οποία αποδεκάτισε
τον πληθυσμό της Αυτοκρατορίας, ίδιως μεταξύ 250 και 262,
και οικονομική κατάρρευση (υπερπληθωρισμός, υποτίμηση νομίσματος,
αγροτική κρίση, βαρβαρικές μεταναστεύσεις, αποδιοργάνωση
του εσωτερικού εμπορικού δικτύου).
Μέσα στη βαθιά αυτή παρακμή του αρχαίου κόσμου, οι ελπιδοφόρες διδαχές
του Χριστιανισμού αποκτούν μεγάλη απήχηση στα σημαντικά κέντρα
της Αυτοκρατορίας, ενδυναμώνοντας, παρά τους εντατικούς διωγμούς
κατά των χριστιανών, ραγδαία τον αριθμό των πιστών του.
Αναπτύσσεται μια νέα τέχνη, η Χριστιανική, η οποία σ’ αυτήν την εποχή
παρουσιάζει τα πρώτα της λογοτεχνικά αριστουργήματα και δημιουργεί
νέους τύπους στη γλυπτική και τη ζωγραφική, όπως λέει κι ο διακεκριμένος
ιστορικός M. Rostovtzeff (Ρωμαϊκή Ιστορία, εκδ. Παπαζήση, σελ. 278).
Από την άλλη, ο ίδιος ιστορικός υποστηρίζει ότι καθοριστικοί παράγοντες
στο να μη διατηρηθεί ο αρχαίος πολιτισμός ήταν o αριστοκρατικός
και «κλειστός» χαρακτήρας του αρχαίου κόσμου, καθώς και μια εμφανής
ψυχολογική μεταβολή προς την απογοήτευση και την κόπωση
(Ρωμαϊκή Ιστορία, σσ. 360-67).
Βαδίζοντας προς το λυκόφως του Αρχαίου Κόσμου, γεννιέται στην Αλεξάνδρεια
ο τελευταίος φάρος της αρχαίας φιλοσοφίας, ο Νεοπλατωνισμός.
Ένα αρχαιοελληνικό πνευματικό ρεύμα που σπάει τη σιωπή του αρχαίου κόσμου
με έργα, στα οποία γίνονται προσπάθειες επαναξιολόγησης
των αρχαίων διδαγμάτων και σύμπτυξης θεολογικών και μυστικιστικών θεωριών
από διάφορους πολιτισμούς.
Εμπνευστής του ο Αμμώνιος Σακκάς,
και δάσκαλος του -μεγάλου εκπροσώπου του ρεύματος- Πλωτίνου,
τον οποίο δίδαξε από το 232 ως το 243.
Ο Πλωτίνος επαναπροσδιόρισε ευρέως την αρχαιοελληνική παράδοση,
από τον Ηράκλειτο, το Σωκράτη και τον Αριστοτέλη ως τους Πυθαγόρειους,
τους Επικούρειους και τους Στωικούς, και έχοντας ως κύριο γνώμονα
τον πλατωνισμό, παρουσίασε στον κόσμο μια νέα, ολοκληρωμένη διδασκαλία
που εμπεριείχε χαρακτηριστικά όχι μόνο της ελληνικής φιλοσοφίας
και του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, αλλά και στοιχεία, μεταξύ άλλων,
του περσικού Ζωροαστρισμού και της αρχαίας αιγυπτιακής θεολογίας.
Σύμφωνα με τον Νεοπλατωνισμό, η υπέρτατη αρχή της πραγματικότητας
είναι το απόλυτο «ΕΝ», η αιτία δημιουργίας και το «τέλος» (σκοπός)
όλων των έμβιων όντων. Δεύτερη αρχή είναι ο αιώνιος «ΝΟΥΣ»,
ο οποίος είναι κομμάτι τους «ΕΝΟΣ» και ταυτίζεται
με τον πλατωνικό κόσμο των ιδεών. Τρίτη και τελευταία αρχή
στην τρισυπόστατη θεωρία των Εννεάδων του Πλωτίνου είναι η «ΨΥΧΗ»,
συνεχώς μεταβαλλόμενη και εμπεριεχόμενη σε κάθε έμβιο ον.
Ο σκοπός του ανθρώπου, σύμφωνα με τη μεταφυσική αυτή θεωρία,
είναι το κομμάτι «ΨΥΧΗΣ» που βρίσκεται μέσα του να επιστρέψει
στο απόλυτο «ΕΝ», κι αυτό μπορεί μονάχα να επιτευχθεί
μέσω ενός ενάρετου βίου («ΚΑΘΑΡΣΙΣ»).
Σε αυτά τα χρόνια λοιπόν ο Νεοπλατωνισμός γίνεται ευρέως αποδεκτός
σε διανοούμενους των κατεξοχήν σημαντικών πολιτισμικών κέντρων
της αρχαιότητας όπως η Αλεξάνδρεια,
η Πέργαμος, η Αθήνα, η Αντιόχεια κι η Ρώμη.
Η Ακαδημία του Πλάτωνα στην Αθήνα αποτέλεσε την τελευταία
Νεοπλατωνική σχολή, ώσπου έκλεισε οριστικά το 529 από τον αυτοκράτορα
Ιουστινιανό και τα εναπομείναντα μέλη της, σύμφωνα με τον Αγαθία Σχολαστικό,
αναζήτησαν άσυλο στην Περσία των Σασσανίδων.
Παρ’ όλ’ αυτά η Νεοπλατωνική διδασκαλία δεν εξαλείφθηκε ποτέ
από την ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και επηρέασε με τα διδάγματά της
πολλές σημαντικές προσωπικότητες κατά τον ρου της ιστορίας.
χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Πορφύριος, ο Ιάμβλιχος,
ο αυτοκράτωρ Ιουλιανός, η Υπατία, ο Πρόκλος, ο Ασκληπιόδοτος,
ο Συριανός, ο Δαμάσκιος, ο Γεμιστός Πλήθων,
ο Meister Eckhart και ο Marsilio Ficino.
Γράφει ο Χαράλαμπος Ανδριανόπουλος*
*Ο Χαράλαμπος Ανδριανόπουλος είναι φοιτητής Ιστορίας, Αρχαιολογίας
και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Αντί για δικό μας σχόλιο:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου