Σαν αεράκι δροσερό, σελήνη που φωτίζει
άνθος με χρώμα κι ευωδιά ευχάριστη θα μείνεις
στη θύμησή μου πάντοτε όσον καιρό υπάρχω
και μες από τους στίχους μου όσο κι αυτοί υπάρξουν.
Μακάρι να ‘μουν ποιητής σ’ αρχαίο Ιερατείο
για σένα μύθο να ‘φτιαχνα αστερισμός να γίνεις,
και τ’ όνομά σου πάντοτε οι άνθρωποι να λένε
ακόμη κι αν δεν είδανε ποτέ την ομορφιά σου.
Θα έμενες αιώνια να λάμπεις σαν αστέρι
έστω κι αν Πούλια βάπτισαν κάποιοι την Αλκυόνη.
Πάν Καρτσωνάκης
Ο μύθος της Αλκυόνης
1. Στα πολύ παλιά χρόνια, στην αρχαία Ελλάδα
ζούσε μια θεά που την έλεγαν Αλκυόνη.
Η Αλκυόνη ήταν κόρη του θεού των ανέμων Αιόλου και της Αιγιάλης, θεάς της ακτής.
2. Η Αλκυόνη ήταν ένα έξυπνο και χαρούμενο κορίτσι.
Όταν μεγάλωσε πολλά παλικάρια ήθελαν για αυτές τις χάρες να την πάρουν
για γυναίκα τους.
3. Σε μια πόλη της Θεσσαλίας, την όμορφη Τραχίνα, ζούσε ο βασιλιάς Κύηκας.
Ο νέος και όμορφος βασιλιάς όταν ήρθε ο καιρός να διαλέξει τη γυναίκα
που θα παντρευόταν, ένιωσε τα βέλη του έρωτα να τον χτυπούν
για τα μάτια της όμορφης Αλκυόνης.
4. Αποφάσισε να πάει ευθύς στον πατέρα της Αλκυόνης, το θεό Αίολο,
για να του ζητήσει το χέρι της κόρης του.
- Σεβαστέ θεέ Αίολε, εσύ που κυβερνάς τους αέρηδες και κινείς τα σύννεφα
στον ουρανό με τη δύναμή σου κι όλοι οι άνθρωποι στη γη σε τιμούν
και σε φοβούνται, δέξου σε παρακαλώ να μου δώσεις τη μονάκριβη κόρη σου
για να την κάνω γυναίκα μου.
5. Ο Αίολος του αποκρίθηκε: - Σε γνωρίζω Κύηκα ποιος είσαι,
καθότι οι θεοί του Ολύμπου όλους τους ανθρώπους τους γνωρίζουν και ξέρω
για σένα την καταγωγή σου και την καλή ανατροφή σου.
Κι επειδή είσαι βασιλιάς και η Αλκυόνη, που είναι κόρη θεού, μόνο ένα βασιλιά
θα μπορούσε να πάρει για σύζυγό της, γι αυτό λοιπόν σου δίνω το χέρι της.
6. Και απευθυνόμενος στην Αλκυόνη, της λέει: - Αλκυόνη αγαπημένη μου κόρη,
αυτός εδώ ο άνδρας θα γίνει σύζυγός σου και σαν τον νυμφευθείς,
θα γίνεις βασίλισσα στην όμορφη Τραχίνα, όπου βασιλεύει η χάρη του.
Η Αλκυόνη μόλις είδε το νεαρό βασιλιά Κύηκα, τον ερωτεύθηκε αμέσως
και απάντησε στον πατέρα της: - Αγαπημένε μου πατέρα και θεέ των ανέμων,
ευχαρίστως να υπακούσω στη θέλησή σας, μιας και είστε σοφός
και ξέρετε καλύτερα από εμένα.
7. Από τότε οι δύο νέοι ήταν πολύ αγαπημένοι και δεν αποχωρίζονταν
ο ένας τον άλλον!
Πριν παντρευτούνε, ο Κύηκας ρώτησε την Αλκυόνη πού θα ήθελε να ζήσουν
και εκείνη του είπε: - Στα παράλια της θάλασσας κοντά, επιθυμώ άνδρα μου
να χτίσουμε το παλάτι μας, αν συμφωνείς κι εσύ.
- Πολύ μου αρέσει η ιδέα σου αγαπημένη, της απάντησε.
Εδώ, στα παράλια της Τραχίνας και πλάι στο γάργαρο νεράκι
που θα μας ξυπνά γλυκά το πρωί ο ήχος των κυμάτων.
8. Το νιόπαντρο ζευγάρι χαιρόταν την καινούργια του ζωή.
Ήταν τόσο όμορφη η Αλκυόνη και τόσο έξυπνος και γενναιόδωρος ο Κύηκας,
που σα βασιλικό ζευγάρι ήταν πολύ ταιριαστό!
Όμως από τα πολλά παινέματα και τις χάρες που τους έκαναν,
άρχισαν να καμαρώνουν και να νιώθουν ότι είναι καλύτεροι από όλους.
9. Μια μέρα ο Κύηκας γύρισε και είπε στην Αλκυόνη: - Γυναίκα μου μοναδική,
δεν υπάρχει άλλη σαν εσένα ούτε άλλος σαν εμένα.
- Κι είμαστε και πολύ αγαπημένοι, άνδρα μου και βασιλιάδες.
Τέτοιο ζευγάρι σαν εμάς, να τα έχει όλα στη ζωή, δεν υπάρχει άλλο!
10. - Κι έχουμε τόσους δούλους να μας υπηρετούν και τόσο λαό να μας αγαπά
και να μας θαυμάζει, που ότι και να ζητήσουμε μας
το φέρνουν εμπρός στα πόδια μας.
Μοιάζουμε με θεϊκό ζευγάρι, σαν το Δία και την Ήρα.
Γι αυτό λοιπόν, από εδώ και στο εξής θα σε φωνάζω Ήρα και εσύ θα με λες Δία.
- Μα σε τι διαφέρουμε ,αλήθεια, από τους θεούς άνδρα μου Κύ…;
Δία ήθελα να πω.. - Ναι αγαπημένη μου γυναίκα Ήρα, απάντησε ο Κύηκας
και άρχισαν να αποκαλούν ο ένας τον άλλον με τα ονόματα του Δία και της Ήρας,
γιατί ένιωθαν πια ότι ήταν ισάξιοι των θεών.
11. Οι θεοί όμως που όλα τα βλέπουν και όλα τα γνωρίζουν,
μόλις πληροφορήθηκαν το γεγονός θύμωσαν πολύ.
Αυτό που έκαναν ο Κύηκας και η Αλκυόνη ήταν μεγάλη ασέβεια
και έπρεπε να τιμωρηθούν.
12. Από την οργή του ο πατέρας των θεών ο Δίας μεταμόρφωσε
τον Κύηκα σε γλάρο, για να τον τιμωρήσει επειδή σκέφτηκε αυτήν την ασέβεια.
13. Και η δύστυχη γυναίκα του η Αλκυόνη, ολημερίς και ολονυχτίς
τον έψαχνε στα ακρογιάλια, στις όχθες των ποταμών, στις καλαμιές
των βάλτων, μα πουθενά δεν έβρισκε το βασιλιά άνδρα της…Απελπισία
και ταραχή την έπιασε και δε σταματούσε να ψάχνει να βρει τον Κύηκα
μέρα και νύχτα.
14. Οι θεοί του Ολύμπου τη λυπήθηκαν και τη μεταμόρφωσαν και αυτή σε πουλί,
για να ψάχνει στις θάλασσες μην τύχει και βρει τον άνδρα της.
15. Αλλά ακόμη και σαν πουλί η Αλκυόνη πάλι βασανιζόταν.
Κι αυτό γιατί αντί να γεννάει τα αυγά της την άνοιξη σαν όλα τα πουλιά,
αυτή τα γεννούσε το χειμώνα στα βράχια των ακροθαλασσών
όπου ζούσε και τα αυγά της τα έσπαγαν τα άγρια κύματα
της φουρτουνιασμένης θάλασσας.
16. Την λυπήθηκαν για δεύτερη φορά οι θεοί, οπότε ο Δίας
έκανε το εξής: για δεκαπέντε μέρες μες το καταχείμωνο το μήνα Γενάρη,
κόπασε τους ανέμους, ηρέμησε τα νερά της θάλασσας
κι ο καιρός γλύκαινε και ζέσταινε.
Έτσι, θα μπορούσε να γεννάει τα αυγά της και να τα κλωσάει με ασφάλεια,
χωρίς να ΄ χει το φόβο των κυμάτων της θαλασσοταραχής.
17. Το πουλί αυτό πήρε το όνομά του από την όμορφη κόρη του Αιόλου,
την Αλκυόνη και μέχρι σήμερα το ονομάζουμε έτσι.
Οι μέρες δε, του Γενάρη ή του Ιανουαρίου όπου ο καιρός ζεσταίνει
μες τη βαρυχειμωνιά και κρατάει δεκαπέντε μέρες, ονομάζονται
αλκυονίδες μέρες, γιατί δημιουργή- θηκαν χάρη στην Αλκυόνη,
αυτό το όμορφο θαλασσοπούλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου