Πολλά ακούγονται τελευταία για τη συνταγματική αναθεώρηση
και για τις σχέσεις εκκλησίας και κράτους, χωρίς βέβαια να ακούγεται κάτι
το σημαντικό και ειδικά ότι θα αλλάξει κάτι.
Το μόνο που μάθαμε βέβαια είναι, ότι συμφώνησε ο Ιερώνυμος με τον Σαούλ…..
....... ότι θα συμφωνήσουν να παύσουν τους κληρικούς από δημόσιους υπαλλήλους,
αλλά θα συνεχίσει να τους πληρώνει το δημόσιο, προκειμένου να εκκενωθεί ο χώρος
για αντίστοιχα ρουσφέτια και βέβαια την συνεκμετάλλευση της περιουσίας
που διεκδικεί η Εκκλησία από το Δημόσιο και ο νοών νοείτω.
Δεν πρόκειται βέβαια να ασχοληθώ με τη «συμφωνία» αυτή, αλλά θα ήθελα
να σας παρουσιάσω τις θέσεις του ενός πραγματικά μεγάλου ηγέτη
και φωτισμένου μυαλού του Ελευθερίου Βενιζέλου για το θρησκευτικό ζήτημα
κατά τη κατάρτιση του συντάγματος της Κρητικής πολιτείας το 1906
στην Β’ Συντακτική των Κρητών Συνέλευση, για να μπορέσετε να κάνετε σύγκριση.
Θα σας παραθέσω όσο μπορώ λιγότερα αποσπάσματα από την ομιλία του Βενιζέλου
ζητώντας συγγνώμη για το μακροσκελές της ανάρτησης διευκρινίζοντας, ότι
ο Βενιζέλος δεινός χειριστής της ελληνικής γλώσσας εσκεμμένα χρησιμοποίησε
τον νεολογισμό ελευθεροθρησκεία
(όπως άλλωστε διευκρίνισε: «ίνα είπω ακριβέστερον»), διότι ο όρος υποδηλώνει
απόλυτη ελευθερία, αντί του όρου ανεξιθρησκία (τον οποίο είχε εισαγάγει
στη γλώσσα μας ο Ευγένιος Βούλγαρης το 1768)\ που σημαίνει
ανοχή αλλότριων θρησκειών.
0 πληρεξούσιος Σφακίων Λεκανίδης είχε προτείνει στο πρώτο άρθρο
του Συντάγματος να τεθεί ότι «επίσημος θρησκεία»
είναι η Ανατολική Ορθόδοξη, εκτοξεύοντας την κατηγορία ότι
το σχέδιο διαπνέεται από υλισμό και θρησκευτική αδιαφορία
ή και εχθρότητα προς την Εκκλησία.
Η πρότασή του υποστηρίχθηκε με ενθουσιασμό από πολλούς πληρεξουσίους.
Οι πιο φανατικοί διατείνονταν ότι «η εκκλησία η ορθόδοξος αποτελεί
περίλαμπρον ήλιον, απέναντι του οποίου όλοι οι άλλοι αστέρες όλων
των άλλων θρησκειών εκμηδενίζονται και η λάμψις αυτών
κα θ’ ολοκληρίαν εκλείπει», ενώ άλλοι βελτίωναν την πρόταση
περί «επισήμου θρησκείας» προσθέτοντας ολίγα τινά περί ανεξιθρησκίας:
«Πάσα άλλη θρησκεία ανεγνωρισμένη είναι ανεκτή» (Εμμ. Θεοδωρίδης)...
Αλλοι, αντί της «επισήμου θρησκείας» υποστήριζαν τον όρο
«επικρατούσα θρησκεία» (Μ. Δημητρακάκης). κρούοντας τον κίνδυνο ότι
«η ελευθερία θα καταστή μάστιξ. η ελευθερία θα ομοιάση
προς γυναίκα ακόλαστον, η οποία θέλει αφεθή εις την διάκρισιν των πάντων».
0 Ελευθέριος Βενιζέλος με αλλεπάλληλες παρεμβάσεις του τόνισε:
«Ότε ο κ. Λεκανίδης εζήτησε τον λόγον επί του πρώτου άρθρου του Συντάγματος
εγνώριζον πού θα έφερε τον λόγον, κατεπλάγην δε, καθόσον προυχώρει ο λόγος
του κ. πληρεξουσίου Σφακίων. διότι ο λόγος αυτού ήτο τοιούτος. ώστε να ταράξη
την θρησκευτιχήν συνείδησιν των πολιτών, η οποία γνωρίζετε πόσον είναι εύθιχτος.
Οφείλω δε να διακηρύξω ότι τίποτε άλλο δεν με διαθέτει δυσμενέστερον
από την προσπάθειαν προς κολακείαν ή θωπείαν ή εκμετάλλευσιν
των λαϊκών προλήψεων και των πόθων ακόμη, αν θέλητε. »
Είναι τόσον εύχολον το πράγμα, κύριοι πληρεξούσιοι, είναι τόσον γνωστή η συνταγή
διά της οποίας δύναταί τις να προκαλέση τα χειροκροτήματα!
Δεν έχει παρά να βάλη εις το ιγδίον [: γουδί] ολίγα κόκκαλα και ολίγον αίμα
και να τα τρίψη, αν δε προσθέση εις ταύτα και ολίγον καπνόν από την Αγχίαλον,
αν προσθέση μερικάς ίνας από το σχοινίον. με το οποίον εκρεμάσθη ο Πατριάρχης,
βεβαίως δεν ημπορεί παρά να επιτύχη το αποτέλεσμα του να καλυφθή
ο λόγος του διά χειροκροτημάτων... Μας είπον κύριοι πληρεξούσιοι, ότι
το Σύνταγμα το διαπνέει πνεύμα υλισμού.
Η κατηγορία θα ήτο δικαιοτέρα αν ο αξιότιμος βουλευτής Σφακίων έλεγεν ότι
το Σύνταγμα δεν μεριμνά περί ουδενός άλλου παρά μόνον περί των εγκοσμίων,
διότι πραγματικώς μόνον περί των εγκοσμίων εμεριμνήσαμεν. ενομίζομεν δε
ότι μόνον περί των εγκοσμίων εκαλούμεθα να μεριμνήσωμεν ενομίσαμεν
κύριοι πληρεξούσιοι, ότι η εντολή, την οποίαν μας εδώχατε.
ήτο να παρουσιάσωμεν σχέδιον πολιτικού Συντάγματος. ………...
Και αναρωτήθηκε: «Θέλω λοιπόν να μάθω τι είναι αυτή η επικράτησις.
κύριοι πληρεξούσιοι; Τι θέλει να είπη ότι εν Κρήτη επικρατούσα Εκκλησία
είναι η Ορθόδοξος Ανατολική;».
Στην απάντηση του προέδρου ότι εννοείται «κατά τον αριθμόν επικρατούσα»,
ο Βενιζέλος απάντησε: «Α! Φυσικά!
Εάν λοιπόν η σημασία του πράγματος είναι αυτή και δεν είναι καμία άλλη παρ’ αυτή,
την οποίαν εβεβαίωσεν ο κ. Πρόεδρος έχει την θέσιν της, σας παρακαλώ,
η αναγραφή εν τω Συντάγματι στατιστικών πληροφοριών;
Και αν νομίζητε ότι εκ τούτου δύναται να επέλθη αίγλη εις την Εκκλησίαν,
δεν είναι καλλίτερον να αναγράψωμεν τον αριθμόν των πιστευόντων αυτήν μελών,
διά να αποδείξωμεν ότι ουχί απλώς επικρατούσα είναι -και κατά μικρόν τινα αριθμόν
μάλιστα- αλλ’ ότι εκ των 330 χιλιάδων κατοίκων της Κρήτης οι 300000
πιστεύουσιν εις την ορθόδοξον θρησκείαν;».
Παρενέβη άλλος πληρεξούσιος υποστηρίζοντας ότι
«Ημείς από σεβασμόν μόνον το ζητούμεν». για να σαρκάσει εκ νέου ο Ελ. Βενιζέλος:
«Εγώ προτείνω, κύριε Καλοειδά. εάν θέλητε. διακόπτοντες την συνεδρίασιν
να μεταβώμεν όλοι οι Χριστιανοί εις τον καθεδρικόν ναόν να κάμωμεν
μίαν δοξολογίαν. και να προσκυνήσωμεν την Αγίαν του Χριστού Εκκλησίαν,
η οποία έσωσε τον Ελληνισμόν εν ημέραις πονηραίς!... Ηξεύρω και εγώ να είπω
από τοιαύτα. 0 Ελ. Βενιζέλος στη συνέχεια επανέλαβε αρκετές φορές ότι
η επιτροπή δέχεται επικρίσεις διότι «δεν ανεγράψαμεν αυτήν την στατιστικήν
πληροφορίαν εις το Σύνταγμα», επιμένοντας να χαρακτηρίζει
ως «στατιστική πληροιρορία» την αναγραφή της θρησκείας.
(Άλλωστε και το Σύνταγμα του 1899, του οποίου ήταν βασικός εισηγητής,
δεν περιείχε διάταξη περί επικρατούσης θρησκείας, ενώ το άρθρο 10 εγγυόταν
ότι «έκαστος είναι ελεύθερος να πρεσβεύη οιονδήποτε θρήσκευμα προτιμά»).
Το μαστίγωμα από τον Ελευθέριο Βενιζέλο συνεχίσθηκε με την επανάληψη
της θέσης του για ελευθεροθρησκεία: «Φοβούμαι, κύριοι πληρεξούσιοι.
μήπως εγγίσητε ουχί απλώς εν τω [συνταγματικώ] χάρτη,
αλλ' εν ταις συνειδήσεσιν την ανεξιθρησκείαν και την ελευθεροθρησκείαν,
ίνα είπω ακριβέστερον, χαρακτηρίζοντας την ελευθεροθρησκεία
ως «στοιχειώδη διάταξιν της ελευθερίας της συνειδήσεως». για να ρωτήσει
τους πληρεξουσίους: «διατί δεν αρκείσθε εις την τελείαν αναγραφήν
του δικαιώματος της ελευθεροθρησκείας, αλλά θέλητε να παρεμβάλητε έκφρασιν
[σ ο : επίσημος ή επικρατούσα θρησκεία] δυναμένην να πάρε- ξηγηθή;».
Στις καυχησιολογίες τού εκ Σφακίων εισηγητού της εν λόγω προτάσεως.
ότι «Φιλελεύθεροι είναι όσοι ανήκουσιν εις το Ανατολικόν Ορθόδοξον δόγμα.
Μόνον αυτοί είναι φιλελεύθεροι», ο Βενιζέλος απάντησε «0 κ. Λεκανίδης κηρύττει
ότι είναι φιλελεύθερος, διότι είναι ορθόδοξος- εγώ έχω καθήκον να διακηρύξω
ότι είμαι φιλελεύθερος διότι είμαι 'Ελλην.
Η ελευθεροθρησχεία είναι αρετή ιδιάζουσα κα τ’εξοχήν εις το Ελληνικόν Έθνος.
Δεν αρνούμαι ότι η ελευθεροθρησκεία ανταποκρίνεται καθολοκληρίαν
και προς το καλώς εννοούμενον θρησκευτικόν πνεύμα. αφού η αρίστη ίσως
των παραβολών του Ευαγγελίου είναι η παραβολή του Σαμαρίτου, αλλ' έχω
να διαμαρτυρηθώ κατά της αντιλήψεως ότι ο Ελληνισμός ταυτίζεται
προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας- ο Ελληνισμός προϋπήρξεν αιώνας όλους
πριν ή εμφανισθή ο Χριστός κομίζων το Ευαγγέλιον της σωτηρίας.
Η έννοια λοιπόν του Ελληνισμού δεν δύναταί ποτέ να ταυτισθή με την έννοιαν
της Ορθοδοξίας•. Υπενθυμίζοντας δε την ρήση του πληρεξουσίου Σφακίων.
ότι «ο Ελληνισμός δεν δύναται να νοηθή άνευ Ορθοδοξίας», ο Βενιζέλος συνέχισε
το μαστίγωμα αυτών των απόψεων: «Κατά της αντιλήψεως αυτής διαμαρτύρομαι.
Είπον ότι ο Ελληνισμός υπήρξεν αιώνας όλους προ του Χριστιανισμού
και προσθέτω ακόμη ότι η λαμπρότερα περίοδος του ελληνικού πολιτισμού
είναι ατυχώς η αρχαιοτέρα. 0 Ελληνισμός, ο καταυγάζων δι ’ ανεσπέρου φωτός
και ημάς τους νάνους απογόνους, δεν είναι ο πρόσφατος,
δεν είναι ο Χριστιανικός Ελληνισμός, αλλ' είναι ο Ελληνισμός των εθνικών χρόνων.
Λοιπόν, η έννοια του Ελληνισμού δεν δύναται ποτέ να ταυτισθή προς την έννοια
της Ορθοδοξίας, και θα προσθέσω μάλιστα ότι αν γίνη παραδεκτή
η θεωρία αυτή («εφ’ όσον δεν είναι ορθόδοξος ένας άνθρωπος, δεν είναι δυνατόν
να είναι Έλλην»), τότε βεβαίως όσοι ευρίσκονται εις την Ελλάδα, εάν πιστεύουν
άλλην θρησκείαν, τότε αυτοί δεν είναι Ελληνες » Δεν δύναμαι λοιπόν να εννοήσω
πώς άνδρες κ ατ’ εξοχήν φιλελεύθεροι. είναι δυνατόν να πιστεύουν
τας δύο αυτάς έννοιας και να σας λέγουν ότι η έννοια του Ελληνισμού ταυτίζεται
προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας, ενώ δεν υπάρχουν ίσως δυστυχώς
δύο τόσον αντίθετοι προς αλλήλας όσον είναι σήμερον η έννοια
του Ελληνισμού προς το επικρατούν μέρος της Ορθοδοξίας. »
Πώς δύνασθε να παραγνωρίζητε το γεγονός αυτό, και να έρχησθε εδώ
επαναλαμβάνω, ταράττοντες την θρησκευτικήν συνείδησιν των πολλών,
να ισχυρίζεσθε ότι η έννοια του Ελληνισμού ταυτίζεται
προς την έννοιαν της Ορθοδοξίας;
Αλλά πώς. κύριοι πληρεξούσιοι, παραγνωρίζομεν ότι η ανακήρυξις
τοιούτων δογμάτων περιορίζει το μέγα όνειρον του Ελληνισμού,
πώς δεν αναγνωρίζομεν ότι το εθνικόν μέλλον το συντρίβομεν,
καθ' ην στιγμήν ερχόμεθα να ανακηρύξωμεν ότι εις τους κόλπους
του Ελληνισμού δεν δύνανται να χωρέσουν παρά οι πρεσβεύοντες
το Ορθόδοξον Ανατολικόν δόγμα;
Ποιος δεν γνωρίζει ότι αν ταχέως ή βραδέως πρόκειται να πληρωθώσι
τα εθνικά μας όνειρα εις την Ελλάδα του μέλλοντος πρόκειται
να περιλαμβάνωνται αλλόθρησκοι και αλλόδοξοι πληθυσμοί;
Πώς δεν εννοείτε ότι κεφαλαιώδες συμφέρον του Ελληνισμού είναι
να διακηρύξη ότι η έννοια αυτού είναι τόσον ευρεία και τόσον άσχετος
προς τα θρησκευτικά δόγμα τα, ώστε εις την έννοιαν αυτήν δύνανται
να χωρήσωσι όχι μόνον οι πρεσβεύοντες τα του Χριστού δόγματα,
αλλά και οι πρεσβεύοντες τα δόγμα τα πόσης άλλης γνωστής
ή αγνώστου θρησκείας;».
Δυστυχώς έπρεπε να περάσουν 100 περίπου χρόνια για να βρεθεί
ακόμα ένας Πρωθυπουργός με κότσια για να πάει κόντρα στο ρεύμα
και εννοώ τον κ, Σημίτη στο θέμα με τις ταυτότητες.
Σχόλιο:
Από πρόλογο στο βιβλίο του Μανώλη Βασιλάκη "Η μάστιγα του Θεού"
του εκδοτικού οίκου "ΓΝΩΣΕΙΣ".
Η πηγή βέβαια είναι τα στενογραφημένα πρακτικά
της Β' συνελευσης των Κρητών για το σύνταγμα του το 1906
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου