Τετάρτη 20 Ιουνίου 2012

Το περίφημο «τέλος του κόσμου» είναι προ των πυλών. . . .

Η καταστροφολογία υπήρξε ανέκαθεν αγαπημένη 
ασχολία των απανταχού λαών και πολιτισμών. 
Το περίφημο «τέλος του κόσμου» είναι προ των πυλών
 εδώ και χιλιάδες χρόνια και τόνοι μελάνης
 έχουν χυθεί 
από συγγραφείς, ερευνητές, «προφήτες»
αλλά και κερδοσκόπους, που προσπαθούν 
να προετοιμάσουν τον κόσμο για τον επερχόμενο
 Αρμαγεδδώνα, γεμίζοντας παράλληλα 
τις τσέπες τους με αξιοσέβαστα ποσά.

Ως ένα βαθμό, δεν θα ήταν λανθασμένο
 να υποστηρίξουμε ότι η καταστροφολαγνεία 
υποκινείται και συντηρείται από τα ίδια 
θρησκευτικά ιερατεία. 
Δεν είναι τυχαίο ότι η εσχατολογία αποτελεί 
σημαντικό κεφάλαιο όλων των θρησκειών 
του κόσμου, με τα ιερά βιβλία τής εκάστοτε 
θρησκείας να αφιερώνουν ολόκληρα κεφάλαια
 στο Τέλος των Ημερών και τον τρόπο 
που αυτό θα έρθει.
Στο Χριστιανισμό, η εσχατολογία βασίζεται
 σχεδόν εξ ολοκλήρου σε ένα από τα πλέον 
αμφιλεγόμενα βιβλία που έχουν γραφτεί ποτέ 
και σήμερα αποτελεί το τελευταίο (27ο) 
βιβλίο της Καινής Διαθήκης: 
την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη.
Κατά τη χριστιανική παράδοση, η «Αποκάλυψη»
 γράφτηκε περί το 96 μ.Χ. 
από τον ευαγγελιστή Ιωάννη. 
Το κείμενο περιλαμβάνει 22 κεφάλαια 
και αποτελεί το μοναδικό προφητικό βιβλίο 
της Καινής Διαθήκης
Στο πρώτο κεφάλαιο, ο συγγραφέας 
μάς πληροφορεί ότι ονομάζεται Ιωάννης 
(«ἀποστείλας διὰ τοῦ ἀγγέλου αὐτοῦ τῷ δούλῳ αὐτοῦ
 ἰωάννῃ» – Αποκ. 1:1) και ότι το κείμενο γράφτηκε 
στην Πάτμο 
(«ἐγενόμην ἐν τῇ νήσῳ τῇ καλουμένῃ πάτμῳ» – 1:9). 
Ακολουθεί μια περιγραφή του τρόπου κατά τον οποίο
 ο Ιωάννης συνέλαβε τα όσα γράφονται στο βιβλίο 
(«ἐγενόμην ἐν πνεύματι ἐν τῇ κυριακῇ ἡμέρᾳ» – 1:10) 
και του πώς ο συγγραφέας έλαβε την εντολή
 να καταγράψει όλα όσα έβλεπε
 («γράψον οὖν ἃ εἶδες καὶ ἃ εἰσὶν 
καὶ ἃ μέλλει γενέσθαι μετὰ ταῦτα» – 1:19).
Στη συνέχεια (κεφ. 2-3), ο Ιωάννης απευθύνεται
 στις επτά Εκκλησίες της Μικράς Ασίας,
 καθιστώντας τες άμεσους παραλήπτες 
του Αποκαλυπτικού κειμένου. 
Φυσικά, τον 1ο αιώνα μ.Χ. ο όρος «εκκλησία» 
δεν ταυτιζόταν με το σημερινό, ως ένας 
αναγνωρισμένος θεσμός ή ένα κτιριακό 
συγκρότημα, αλλά αναφερόταν στις πρώιμες 
χριστιανικές κοινότητες που σχηματίστηκαν εκεί
 στις πρώτες δεκαετίες μετά τη γέννηση 
της χριστιανικής θρησκείας.
Στα εν λόγω κεφάλαια το κείμενο λαμβάνει 
και μια ιστορική διάσταση, 
αφού πληροφορούμαστε τις συνθήκες 
που επικρατούσαν στις χριστιανικές κοινότητες 
της Μικράς Ασίας 
κατά την περίοδο της συγγραφής του. 
Σύμφωνα, λοιπόν, με τον Ιωάννη, οι επτά πόλεις 
(Εφεσος, Σμύρνη, Πέργαμος, Θυάτειρα, Σάρδεις,
 Φιλαδέλφεια, Λαοδίκεια) ταλανίζονται 
από αιρέσεις και συγκρουόμενες διδασκαλίες, 
ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ο ζήλος 
των χριστιανών χαρακτηρίζεται ως υποτονικός
 («οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ οὔτε ζεστός» 3:15).
Το τέταρτο κεφάλαιο σηματοδοτεί και την αρχή 
του κυρίως κειμένου. Ο Ιωάννης στέκεται μπροστά 
στο θρόνο του Θεού και παρατηρεί το «αρνίον» 
να ανοίγει επτά σφραγίδες, καθεμιά από τις οποίες 
σηματοδοτεί και μία καταστροφή στον κόσμο. 
Εντύπωση, πάντως, προκαλεί στον αναγνώστη 
το άνοιγμα της πέμπτης σφραγίδας:
καὶ ὅτε ἤνοιξεν τὴν πέμπτην σφραγῖδα, 
εἶδον ὑποκάτω τοῦ θυσιαστηρίου τὰς ψυχὰς
 τῶν ἐσφαγμένων διὰ τὸν λόγον τοῦ θεοῦ 
καὶ διὰ τὴν μαρτυρίαν ἣν εἶχον.
καὶ ἔκραξαν φωνῇ μεγάλῃ λέγοντες, ἕως πότε, 
ὁ δεσπότης ὁ ἅγιος καὶ ἀληθινός, οὐ κρίνεις
καὶ ἐκδικεῖς τὸ αἷμα ἡμῶν ἐκ τῶν κατοικούντων
 ἐπὶ τῆς γῆσ (6:9-10)
Κατά τον Ιωάννη και το όραμά του, λοιπόν, 
οι μάρτυρες του Χριστιανισμού ζητούν εκδίκηση 
για το θάνατό τους, διαμαρτυρόμενοι έντονα 
προς το Θεό, κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση
 με τη χριστιανική διδασκαλία 
των Ευαγγελίων περί συγχώρεσης.
Με το άνοιγμα της τελευταίας σφραγίδας,
 εμφανίζονται επτά άγγελοι στους οποίους 
δίνονται ισάριθμες σάλπιγγες. 
Κάθε φορά που σαλπίζουν, μία τρομερή καταστροφή
 χτυπά τη Γη, ενώ, έπειτα από αναρίθμητα δεινά, 
ακολουθούν οι επτά φιάλες που περιέχουν
 την οργή του Θεού, ο ερχομός του Αντιχρίστου
 και το περίφημο «χάραγμα» (13:16-17).
Ακολουθούν η τελική μάχη μεταξύ Καλού και Κακού
 και η ήττα του Αντιχρίστου. 
Ο Χριστός έρχεται
 στη Γη για δεύτερη φορά 
και η Δευτέρα Παρουσία σηματοδοτεί 
τη Μέρα της Κρίσης. 
Ζωντανοί και νεκροί κρίνονται για τα έργα τους
 («καὶ εἶδον τοὺς νεκρούς, τοὺς μεγάλους
 καὶ τοὺς μικρούς, ἑστῶτας ἐνώπιον τοῦ θρόνου,
 καὶ βιβλία ἠνοίχθησαν: καὶ ἄλλο βιβλίον ἠνοίχθη, 
ὅ ἐστιν τῆς ζωῆς: καὶ ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ
 ἐκ τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις 
κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν» – 20:12) και οι άδικοι
 ρίχνονται στη «λίμνη του πυρός» (20:15).
Φυσικά, τους δικαίους περιμένει μια καλύτερη
μοίρα στη «Νέα Ιερουσαλήμ», την οποία ο Ιωάννης 
φροντίζει να περιγράψει λεπτομερώς 
στα τελευταία δύο κεφάλαια του κειμένου.
Περισσότερα:

Δεν υπάρχουν σχόλια :