Εσύ κοιτάς τη θάλασσα κι εγώ κοιτώ εσένα
που τραγουδάς υπέροχα αυτό του Καββαδία.
Ναι, κείνο που των φορτηγών τις γάτες περιγράφει
και για το πώς οι ναυτικοί στη θάλασσα πετάνε.
Ειλικρινά δεν πίστευα σαν το ‘χα πρωτακούσει
σε μια μπουάτ στο Ναύπλιο, μαζί σου, κι είχα νιώσει
και στο ‘χα πει, παράξενα, πως γίνεται κι αγάπη
να έχει νιώσει άνθρωπος που κάνει κάτι τέτοιο.
Τώρα βεβαίως έμαθα, δεν έχω απορίες.
Αγάπες κάλπικες μπορούν, ψυχρά να σε τελειώσουν.
Πάν Καρτσωνάκης
Οι γάτες των φορτηγών
Οι ναυτικοί στα φορτηγά πάντα μια γάτα τρέφουν,
που τη λατρεύουνε, χωρίς να ξέρουν το γιατί,
κι αυτή, σαν απ' τη βάρδια τους σχολάνε κουρασμένοι,
περήφανη στα πόδια τους θα τρέξει να τριφτεί.
Τα βράδια, όταν η θάλασσα χτυπάει τις λαμαρίνες,
και πολεμάει με δύναμη να σπάσει τα καρφιά,
μέσα στης πλώρης τη βαριά σιγή, που βασανίζει,
είναι γι' αυτούς σα μια γλυκιά γυναικεία συντροφιά.
Της έχουν πάντα στο λαιμό μια μπακιρένια γύρα,
για του σιδέρου την κακή αρρώστια φυλαχτό,
χωρίς όμως, αλίμονο, ποτέ να κατορθώνουν
να την φυλάξουν απ' το μαύρο θάνατο μ' αυτό.
Γιατί είναι τ' άγρια τα μάτια της υγρά κι ηλεκτρισμένα
κι έτσι άθελα το σίδερο το μαύρο τα τραβά,
κι ουρλιάζοντας τρελαίνεται σε ένα σημείο κοιτώντας
φέρνοντας δάκρυα σκοτεινά στους ναύτες και βουβά.
Λίγο πριν από το θάνατον από τους ναύτες ένας,
- αυτός όπου δε πράματα στη ζήση του φριχτά -
χαϊδεύοντας την, μια στιγμή στα μάτια την κοιτάζει
κι ύστερα μες στη θάλασσα την άγια την πετά.
Και τότε οι ναύτες, που πολύ σπάνια λύγα η καρδιά τους,
πάνε στην πλώρη να κρυφτούν με την καρδιά σφιχτή,
γεμάτη μια παράξενη πικρία που όλο δαγκώνει,
σαν όταν χάνουμε θερμή γυναίκα αγαπητή.
Νίκος Καββαδίας
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου