Πάει, πέρασε και αυτό το καλοκαίρι του 2020
που ήταν σαν να μην υπήρξε ποτέ.
Τώρα, στα μέσα του φθινοπώρου, βολοδέρνω από το δωμάτιό μου
στο μοναδικό καφέ που παραμένει ανοικτό ακόμη
αλλά με τις περισσότερες καρέκλες στοιβαγμένες
και τα πορτοπαράθυρα κλειστά στον άνεμο.
Μοιάζω κι εγώ με κάποιους περίεργους τουρίστες του Οκτώβρη.
Στο χωριό τώρα έχουν άλλες δουλειές, οι άνθρωποι.
Βάζουν κρασί ή μαζεύουν ελιές, κόβουν ξύλα για τον χειμώνα.
Ένα αδέσποτο ξέμεινε στην παραλία να τριγυρνά ψάχνοντας
για το αγαπημένο του αφεντικό
που το φρόντιζε και μάλλον το εγκατέλειψε.
Κάποιοι αργόσχολοι συνταξιούχοι μάλλον
τσακώνονται στο διπλανό μου τραπέζι για τα κόμματα
ή για το ποδόσφαιρο ή τέλος πάντων για κάποιο άλλο θέμα
έτσι απλώς σε κουβέντα να βρίσκονται.
Ήθελα να σου γράψω ότι μου λείπεις
και προσπάθησα να το αποφύγω
αλλά τελικά δεν τα κατάφερα.
Όπως και να έχει πάντως μπορεί να σε σκέφτομαι
αλλά δεν θα σου στείλω τούτο το γραφτό μου
παρά μόνο θα το δημοσιοποιήσω και αν το δεις.....το είδες.
Υ.Γ: Τελικά, σκέφτομαι πως για να μπορείς να θάψεις κάτι,
έστω και τις αναμνήσεις σου, θα πρέπει να είσαι σίγουρος
πρώτα-πρώτα, πως δεν είναι ζωντανές ακόμη.
Φθινόπωρο του 2020 από την παραλία «του χωριού μας»
Πάν Καρτσωνάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου