Η Ψυχή ήταν η νεότερη από τις τρεις κόρες κάποιου βασιλιά, και τόσο όμορφη,
που οι άνθρωποι στην περιοχή της άρχισαν να πιστεύουν πως ήταν η θεά Αφροδίτη.
Η λατρεία της θεάς περιφρονήθηκε, οι βωμοί της ερήμωσαν
και τα αγάλματά της έμειναν αστόλιστα.
Κανείς δεν πήγαινε πια στην Πάφο, στην Κνίδο ή στα Κύθηρα για να λατρέψει
τη θεά, αλλά όλοι προσεύχονταν στην Ψυχή.
Η θεά έγινε έξαλλη και αποφάσισε να αποκαταστήσει την τάξη.
«Σύντομα θα την κάνω να καταριέται την ομορφιά της,
που δεν της ανήκει κανονικά» είπε και ζήτησε από τον γιο της, Έρωτα,
να κάνει την κοπέλα να ερωτευτεί τον πιο αποκρουστικό,
ανάξιο και κακότυχο άνθρωπο.
Η Ψυχή ήταν ήδη πολύ δυστυχισμένη, επειδή ένιωθε τρομερά μόνη της.
Καθώς όλοι νόμιζαν πως είναι θεά, την αντιμετώπιζαν όπως τα αγάλματα.
Την τιμούσαν και την σέβονταν, αλλά κανείς δεν τολμούσε να την ζητήσει σε γάμο.
Έτσι, ενώ οι αδερφές της είχαν καλοπαντρευτεί,
εκείνη μαράζωνε μόνη της στο παλάτι.
Ο πατέρας της ζήτησε χρησμό από τον Απόλλωνα της Μιλήτου
και πήρε την εξής απάντηση: «Στόλισε αυτό το κορίτσι, ω βασιλιά,
για γάμο τρομακτικό, και πήγαινέ την στο ψηλό βουνό να συναντήσει τον γαμπρό.
Μην ελπίζεις όμως πως θ’ αποκτήσεις γαμπρό από το ανθρώπινο είδος,
διότι αυτή θα παντρευτεί ένα άγριο, βαρβαρικό θηρίο, όμοιο μ’ ερπετό.
Αυτός, πετώντας ψηλά με τα φτερά του, τα πάντα κατορθώνει, πλήττοντας
κάθε τι που κινείται με τον πυρσό και το βέλος του.
Ακόμα κι ο Ζευς πρέπει να τον φοβάται, και οι άλλοι θεοί δεν κρύβουν
τον φόβο τους γι’ αυτόν.
Και τα ποτάμια ανατριχιάζουν και τα σκοτεινά βασίλεια του Κάτω Κόσμου»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου