Η πολιτική ορθότητα επιβάλει να τους αποκαλούμε «Ρομά»,
αν και το «Τσιγγάνοι» είναι φορτισμένο με την αίσθηση της αιώνιας
περιπέτειάς, της ελευθερίας, του τραγουδιού, του πάθους, της ανέμελης
και απρογραμμάτιστης ζωής.
Γι’ αυτό και τόσοι ποιητές και συγγραφείς τους ύμνησαν.
Πάντα ήταν έκπτωτοι, περιπατητές στο περιθώριο, στα σύνορα
της οργανωμένης κοινωνίας. Ωστόσο στην σύγχρονη ζωή αφέθηκαν
να μεταβληθούν αρκετοί σε κοινωνικούς και άνομους παρίες.
Και φυσικά δεν συμβάλλουν στην επίλυση του προβλήματος τα ευαίσθητα
σπαραξιδιάρικα ρεπορτάζ και άρθρα που τους δικαιώνουν στα πάντα,
ούτε φυσικά τα ρατσιστικά ότι την έχουν μέσα τους την παρανομία.
Στη χώρα μας η τάση των Ρομά προς την οργανωμένη ανομία ξεκίνησε
έντονα τη δεκαετία του '80, υπό τις μοντέρνες ιδέες της προστασίας,
σεβασμού, αναγνώρισης και ανοχής της ιδιαιτερότητας φυλετικών
και κοινωνικών ομάδων, που είναι ευάλωτες.
Τότε με χρήματα της ΕΟΚ οργανώθηκαν κάποιες δράσεις, στήθηκαν κάποια
εκπαιδευτικά σεμινάρια, ωστόσο ήταν ευκαιριακά, όσο διαρκούσαν τα λεφτά.
Οι Ρομά αφέθηκαν να ακολουθούν τους δικούς ρυθμούς,
να τους δικαιολογούνται τα πάντα, ακόμη και όταν οι παραβατικές
συμπεριφορές ήταν κραυγαλέες και επέσυραν την κοινωνική αγανάκτηση
και επέτειναν τις ρατσιστικές διαθέσεις.
Φυσικά τα κόμματα, ιδιαίτερα τα κόμματα εξουσίας, επί της ουσίας
αδιαφορούσαν για την ένταξή τους στην ελληνική κοινωνία.
Δεν ήταν από σεβασμό στην ιδιαιτερότητά τους, στους δικούς τους
αρχέγονους άγραφους νόμους, στις παραδοσιακές τους αξίες.
Η βασική κατευθυντήρια αρχή ήταν το «ου μπλέξεις», υποκινούμενη βέβαια
και από τον ψηφοθηρικό ωφελιμισμό.
Τα κόμματα προσεταιρίζονταν τους κατά τόπους αρχηγούς
και η ψήφος των Ρομά της περιοχής πήγαινε μονοκούκι όπου διέταζαν αυτοί
(τελευταίο παράδειγμα εκμετάλλευσή τους έγινε από τον Τσίπρα,
όπου μεταφέρθηκαν με λεωφορεία στις ομιλίες του,
για να βγάλει selfie μαζί τους και να ακούσει το σύνθημα
«Οι Ρομά είναι εδώ για τον Τσίπρα τον θεό»).
Στην αδιαφορία που επέφερε αύξηση της παραβατικότητας συνέβαλαν
και οι διάφοροι επαγγελματίες του «ανθρωπισμού».
Υπό τη λογική να μη καταπιεστούν οι μειονοτικές ομάδες
το κράτος απήχε στην επιβολή του νόμου.
Ετσι η παραβατικότητα στους οικισμούς των Ρομά φούντωσε.
Ακόμη και όπου δεν γίνεται παράβαση του ποινικού δικαίου, δηλαδή
δεν υπάρχει π.χ. διακίνηση ναρκωτικών και όπλων, οι κοινωνίες των Ρομά
έχουν αναπτύξει έντονη αυτονομία και επιθετικότητα που δεν αρμόζει
σε πολίτες κράτους.
Σχετικά πρόσφατα π.χ. σε οικισμό της Βοιωτίας έσπασε αγωγός της ΕΥΔΑΠ.
Οι τεχνικοί που προσήλθαν να τον αποκαταστήσουν, αντιμετώπισαν
τέτοια έμπρακτη επιθετικότητα που φοβήθηκαν για τη ζωή τους.
Τελικά ο αγωγός αποκαταστάθηκε μόνο με την συνδρομή μιας διμοιρίας των ΜΑΤ!
Είναι πολλές οι μορφές παραβατικότητας που παρατηρούνται
στους οικισμούς και δεν χρειάζεται να απαριθμηθούν.
Η παρανομία δεν είναι γραμμένη... στο DNA τους.
Αλλωστε η πλειοψηφία τους παραδέρνει στη φτώχεια, παρά την περιρρέουσα
αίσθηση ότι κολυμπούν στο χρήμα και το κρύβουν.
Υπάρχουν και αυτοί, ενώ τα στοιχεία για την οικονομική τους θέση
δεν μπορούν να είναι ακριβή, αφού δεν μπορεί να ελεγχθεί το εισόδημά τους.
Βιωματικά όμως, από εμπειρίες ανθρώπων που ζουν κοντά σε καταυλισμούς,
δεν απέχουν πολύ από την πραγματικότητα.
Με βάση λοιπόν αυτά το 96% ζει στο όριο της φτώχειας,
το 50% μένει σε παραπήγματα, το 70% δεν τελειώνει τη βασική εκπαίδευση.
Φυσικά μια μακροπρόθεσμη πολιτική ενσωμάτωσης απαιτεί μελέτες ειδικών,
υπερκερνά τις δυνατότητες και του κειμένου και του γράφοντος.
Αλλά και η αγανακτισμένη εκ του ασφαλούς συναισθηματικολογία
των κάθε είδους αυτόκλητων ανθρωπιστών-υπερασπιστών τους
(μην πειράζεται τους Ρομά), δεν τους προσφέρει και διαιωνίζει το πρόβλημα.
Είναι ευάλωτες ομάδες - και -γιατί το κράτος τις διατηρεί έτσι.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποσοστό του 70% που δεν τελειώνει
τη βασική εκπαίδευση.
Ουδείς έχει ψευδαίσθηση ότι τα παιδιά των Ρομά θα γίνονταν δεκτά
σε τάξεις με παιδιά των «υπολοίπων» κατοίκων μιας περιοχής.
Όμως έχουν τέτοια αύξουσα γεννητικότητα που μπορούν να υπάρχουν σχολεία
με δικά τους παιδιά.
Και η εκπαίδευση να είναι υποχρεωτική χωρίς υποχωρήσεις.
Τρόπος θα βρισκόταν.
Θα μπορούσε ας πούμε να ορθωθεί ο κίνδυνος να χάσουν τα επιδόματα
που απολαμβάνουν (πρόχειρο παράδειγμα είναι αυτό, ο σχεδιασμός ανήκει
στους ειδικούς. Αρκεί να υπάρξει αταλάντευτη πολιτική απόφαση).
Αν αφεθούν στην τύχη τους, με μόνο ενδιαφέρον του κράτους
την παροχή επιδομάτων, (παρασιτικά κατά πολλούς),
θα συνεχίσουν να είναι μια παράλληλη κοινωνία, καθηλωμένη στο λυκόφως
της υπανάπτυξης και της θάλλουσας παρανομίας.
Δεν χρειάζονται λόγια γλυκερού συναισθηματισμού.
Χρειάζονται ενσωμάτωση.
Γιάννης Σιδέρης
Απαραίτητη διευκρίνηση:
Όλα τα άρθρα γνώμης δεν εκφράζουν απαραίτητα
και την δική μας άποψη αλλά
τα δημοσιοποιούμε για να γίνουν αφορμή
για διάλογο και μόνο.
Αντί για δικό μας σχόλιο ένα βίντεο
από την επικαιρότητα:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου